9 Νοε 2013

Οι περιπέτειες και η λογοκρισία των βιβλίων του Νίκου Καζαντζάκη

Καζαντζάκης, Νίκος. Ασκητική, 1945 (λογοκρίθηκε το 1930, πριν ακόμα ολοκληρωθεί και εκδοθεί).

«Ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η επιστροφή. Ταυτόχρονα το ξεκίνημα κι ο 
γυρισμός. Κάθε στιγμή πεθαίνουμε. Γι' αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της ζωής είναι ο θάνατος. Μα κι ευτύς ως γεννηθούμε, αρχίζει κι η προσπάθεια να
δημιουργήσουμε, να συνθέσουμε, να κάνουμε την ύλη ζωή. Κάθε στιγμή
γεννιούμαστε. Γι' αυτό πολλοί διαλάλησαν: Σκοπός της εφήμερης ζωής είναι η
αθανασία.
"Να πεθαίνεις κάθε μέρα.
Να γεννιέσαι κάθε μέρα.
Ν' αρνιέσαι ο,τι έχεις κάθε μέρα.
Η ανώτατη αρετή δεν είναι να 'σαι ελεύθερος παρά να μάχεσαι για την ελευθερία"»
[1].
Ο Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957) άρχισε να συγγράφει το φιλοσοφικό του έργο με τίτλο «Ασκητική» γύρω στο 1927. Πριν ακόμα ολοκληρωθεί η «Ασκητική» και πριν εκδοθεί σαν βιβλίο, αποσπάσματα του έργου  δημοσιεύθηκαν  στο περιοδικό του Δημήτρη Γληνού «Αναγέννηση».

Το 1930 οι δικαστικές αρχές της Αθήνας άσκησαν δίωξη εναντίον του Νίκου Καζαντζάκη με την κατηγορία του αθεϊσμού, εξαιτίας των αποσπασμάτων της  «Ασκητικής». Η ημερομηνία της δίκης ορίστηκε στις 10 Ιουνίου 1930 αλλά δεν έγινε ποτέ. Ο Καζαντζάκης ολοκλήρωσε  την «Ασκητική» το 1944. Σαν βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1945 στην Αθήνα.


Καζαντζάκης, Νίκος. Ο Καπετάν Μιχάλης, 1953.


«Όταν άρχισα τώρα στα γεράματα να γράφω τον Καπετάν Μιχάλη, ο κρυφός μου σκοπός ήταν τούτος: να σώσω, ντύνοντας το με λέξεις, το όραμα του κόσμου όπως τον δημιούργησαν τα παιδικά μου μάτια. Κι όταν λεω τ' όραμα του κόσμου, θέλω να πω το όραμα της Κρήτης. Δεν ξέρω τι γίνουνταν, την εποχή εκείνη στα άλλα παιδιά της λευτερωμένης Ελλάδας, μα τα παιδιά της Κρήτης ανάπνεαν έναν αέρα τραγικό στα ηρωικά και μαρτυρικά χρόνια του Καπετάν Μιχάλη, όταν οι Τούρκοι πατούσαν ακόμα τα χώματα μας και συνάμα άρχιζαν ν' ακούγονται να ζυγώνουν τα αιματωμένα φτερά της Ελευτερίας. Στην κρίσιμη αυτή μεταβατική στιγμή, τη γεμάτη πυρετό κι ελπίδες, τα παιδιά της Κρήτης γίνουνταν γρήγορα άντρες. Οι ανύπνωτες έγνοιες των μεγάλων γύρα τους για την πατρίδα, για τη λευτεριά, για το Θεό που προστατεύει τους χριστιανούς, για το Θεό που σηκώνει το σπαθί του να διώξει τους Τούρκους, κατασκέπαζαν τις συνηθισμένες χαρές και στεναχώριες του παιδιού.
Από πολύ νωρίς, ζώντας την έτοιμη κάθε στιγμή να ξεσπάσει σύγκρουση, είχαμε ψυχανεμιστεί πως στον κόσμο τούτον δυο μεγάλες δυνάμες παλεύουν: ο Χριστιανός κι ο Τούρκος, το Καλό και το Κακό, η Ελευτερία κι η Τυραννία και πως η ζωή δεν είναι παιχνίδι, είναι αγώνας. Κι ακόμα τούτο: πως θα έρθει μέρα που θα Πρέπει να μπούμε κι εμείς στον αγώνα. Το 'χαμε πάρει απόφαση από πολύ μικροί πως ήταν γραφτό μας, αφού γεννηθήκαμε Κρητικοί, το Πρέπει αυτό να κυβερνάει τη ζωή μας.».[2]

Το 1953 εκδόθηκε το μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη «Ο Καπετάν Μιχάλης». Στον «Καπετάν Μιχάλη», ο Καζαντζάκης διηγείται την ερωτική σκηνή μεταξύ ενός χριστιανού και μιας μουσουλμάνας. Στη σκηνή αυτή παρουσιάζεται ένας διάλογος των δύο μέσα από τον οποίο αμφισβητείται το ζήτημα της τριαδικότητας του θεού. Αυτό έγινε αφορμή να εξεταστεί το βιβλίο από την Ιερά Σύνοδο και να γίνει  λόγος για πιθανό αφορισμό του συγγραφέα.
Τελικά η Ιερά Σύνοδος με έγγραφό της ζήτησε από την τότε κυβέρνηση την απαγόρευση των βιβλίων του Καζαντζάκη. Συγκεκριμένα για τον «Καπετάν Μιχάλη» το κατηγορητήριο έλεγε:
     «Διά του μυθιστορήματος "Καπετάν Μιχάλης" διασύρεται η Εκκλησία, διαπομπεύονται οι ιεροί αυτής θεσμοί και καθυβρίζεται το τριαδικόν του Θεού».
(Βλέπε ολόκληρο το κατηγορητήριο της Εκκλησίας καθώς και την απάντηση του Καζαντζάκη, πιο κάτω, στην αναφορά για τον «Τελευταίο πειρασμό»).


Καζαντζάκης, Νίκος. Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, 1954.


«Στη Λυκόβρυση, ένα ελληνικό χωριό της Ανατολής, υπάρχει το έθιμο να γίνεται η αναπαράσταση των Παθών κάθε επτά χρόνια. Ο παπα-Γρηγόρης με τους προεστούς επιλέγουν τα πρόσωπα που θα λάβουν μέρος: το Χριστό θα υποδυθεί ο Μανολιός, ένας απλός βοσκός, τον Ιωάννη, ο Μιχελής, ο γιος του άρχοντα Πατριαρχέα, τον Ιούδα, ο Παναγιώταρος, τη Μαγδαληνή, η χήρα Κατερίνα. Αργά το απόγευμα, καταφθάνουν πρόσφυγες από ένα άλλο χωριό, καταδιωγμένοι από τους Τούρκους. Ζητούν βοήθεια, αλλά ο παπα-Γρηγόρης τους διώχνει, λέγοντας ότι φέρνουν μαζί τους επιδημία χολέρας. Οι πρόσφυγες, με επικεφαλής τον παπα-Φώτη, καταφεύγουν στο άγριο βουνό της Σαρακήνας. Τους βοηθούν μόνον ο Μανολιός, ο Μιχελής, η Κατερίνα, ο Γιαννακός και ο Κωνσταντής (οι δύο τελευταίοι επρόκειτο να υποδυθούν τους αποστόλους Πέτρο και Ιάκωβο).
Μετά από την επιλογή του στο ρόλο του Χριστού, ο Μανολιός αλλάζει μέρα με τη μέρα. Χωρίζει την αρραβωνιαστικιά του και αποφασίζει να φτάσει σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πνευματική, ψυχική και σωματική αγνότητα, με οδηγό τον παπα-Φώτη. Μάλιστα, στο πανηγύρι του προφήτη Ηλία υπερασπίζεται τους πρόσφυγες και μιλά για την αξία της αγάπης και του ελέους, προκαλώντας την αντίδραση των συγχωριανών του και την οργή του παπα-Γρηγόρη. Στο μεταξύ πεθαίνει ο Πατριαρχέας και ο Μιχελής αποφασίζει να μοιράσει την περιουσία του στους πρόσφυγες. Όταν εκείνοι έρχονται στη Λυκόβρυση να παραλάβουν τα κτήματα, ο παπα-Γρηγόρης κηρύσσει το Μιχελή ανισόρροπο και ξεσηκώνει τους ντόπιους. Μετά το βίαιο θάνατο του αδελφού του στη σύγκρουση που ακολουθεί, ο παπα-Γρηγόρης υποδεικνύει στον αγά το Μανολιό ως υπαίτιο όλων των συμφορών. Πετυχαίνει την καταδίκη του και την παράδοσή του στους εξαγριωμένους χωρικούς».[3]
Το 1952 εκδόθηκε πρώτα στη Σουηδία και τη Νορβηγία μεταφρασμένο το  μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται». Στην Ελλάδα και στην ελληνική γλώσσα κυκλοφόρησε το 1954 και ήταν ένα από τα έργα που προκάλεσαν την οργή της Ιεράς Συνόδου η οποία αποφάνθηκε για το συγκεκριμένο έργο ότι:
            «Το μυθιστόρημα "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται", εκτός του παραδόξου και ασεβούς τίτλου του, περιέχει διάθεσιν ασεβούς χρησιμοποιήσεως ιστορικών αληθειών του Ευαγγελίου. Εξ άλλου, διά του βιβλίου τούτου γίνεται διδασκαλία σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών θεωριών και περιυβρίζονται οι ποιμένες της Εκκλησία».
(Βλέπε ολόκληρο το κατηγορητήριο της Εκκλησίας καθώς και την απάντηση του Καζαντζάκη, πιο κάτω, στην αναφορά για τον «Τελευταίο πειρασμό»).


Καζαντζάκης, Νίκος. Ο τελευταίος πειρασμός, 1955 (λογοκρίθηκε από την Εκκλησία το 1953, πριν ακόμα κυκλοφορήσει στα ελληνικά).

«Η δυαδική υπόσταση του Χριστού στάθηκε για μένα πάντα βαθύ, ανεξερεύνητο μυστήριο. Η λαχτάρα, η τόσο ανθρώπινη, η τόσο υπεράνθρωπη, να φτάσει ο άνθρωπος ως το θεό - ή πιο σωστά: να επιστρέψει ο άνθρωπος στο Θεό και να ταυτιστεί μαζί του. Η νοσταλγία αυτή, η τόσο μυστική και συνάμα τόσο πραγματική, άνοιγε μέσα μου πληγές και πληγές μεγάλες. Από τη νεότητα μου η πρωταρχική μου αγωνία, από όπου πήγαζαν όλες οι χαρές και όλες μου οι πίκρες, ήταν τούτη: η ακατάπαυτη, ανήλεη πάλη ανάμεσα στο πνεύμα και στη σάρκα. Μέσα παμπάλαιες ανθρώπινες και προανθρώπινες φωτερές δυνάμες του Θεού κι ψυχή μου ήταν η παλαίστρα που οι δύο τούτοι στρατοί χτυπιούνταν κι έσμιγαν. Αγωνία μεγάλη, αγαπούσα το σώμα μου και δεν ήθελα να χαθεί, αγαπούσα την ψυχή μου και δεν ήθελα να ξεπέσει μαχόμουν να φιλιώσω τις δύο αυτές αντίδρομες κοσμογονικές δυνάμες, να νιώσουν πως δεν είναι οχτροί, είναι συνεργάτες και να χαρούν, να χαρώ κι εγώ μαζί τους, την αρμονία»[4].

Ο Νίκος Καζαντζάκης έγραψε το 1952 το μυθιστόρημα «Ο τελευταίος πειρασμός» το οποίο κυκλοφόρησε πρώτα μεταφρασμένο στη Νορβηγία (1951 και 1952), την Σουηδία (1952) και την Γερμανία (1952). Ο Καζαντζάκης κατηγορήθηκε το 1953 από την Ελληνική Εκκλησία  ως ιερόσυλος, για το βιβλίο του «Ο τελευταίος πειρασμός» πριν ακόμα το βιβλίο κυκλοφορήσει στην Ελλάδα.
 Στην Ελλάδα «Ο τελευταίος πειρασμός» εκδόθηκε για πρώτη φορά από τις εκδόσεις Δίφρος το 1955.
Από το 1954 πάντως η Ιερά Σύνοδος με έγγραφό της ζητούσε από την κυβέρνηση την απαγόρευση όλων των βιβλίων του Καζαντζάκη και ειδικότερα των βιβλίων «Καπετάν Μιχάλης», «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» και «Τελευταίος πειρασμός» .

Ολόκληρο το κατηγορητήριο που απηύθυνε η Εκκλησία της Ελλάδος στο Νίκο Καζαντζάκη  ήταν το εξής:

«1. Διά του μυθιστορήματος "Καπετάν Μιχάλης" διασύρεται η Εκκλησία, διαπομπεύονται οι ιεροί αυτής θεσμοί και καθυβρίζεται το τριαδικόν του Θεού.

2. Το μυθιστόρημα "Ο Χριστός ξανασταυρώνεται", εκτός του παραδόξου και ασεβούς τίτλου του, περιέχει διάθεσιν ασεβούς χρησιμοποιήσεως ιστορικών αληθειών του Ευαγγελίου. Εξ άλλου, διά του βιβλίου τούτου γίνεται διδασκαλία σοσιαλιστικών και κομμουνιστικών θεωριών και περιυβρίζονται οι ποιμένες της Εκκλησίας.

3. Ο εκδοθείς εις Γερμανίαν "Τελευταίος πειρασμός" θεωρείται βιβλίον σκανδαλώδες και επικίνδυνον διά κάθε Χριστιανόν και, ως εκ τούτου, επιβάλλεται όπως -πάση θυσία- αποφευχθεί η εις την Ελληνικήν μετάφρασίς του. Ειδικώτερον, αναφέρεται, ότι διά του "Τελευταίου πειρασμού" υβρίζεται το Θεανδρικό πρόσωπο του Χριστού, ότι επιδιώκεται να καταρριφθεί η θεότης Αυτού, ως και η χριστιανική ηθική. Τονίζεται, εξ άλλου, ότι με μεγάλην φαντασιοκοπίαν και αχαλίνωτον αυθαιρεσίαν, παραποιείται εις αυτό, η διδαχή του Ευαγγελίου, και ό,τι είναι γραμμένο βάσει των θεωριών του Φρόυντ και του ιστορικού  υλισμού. Όλα τα εκδοθέντα έργα του Καζαντζάκη είναι του αυτού ασεβέστατου και αντεθνικού περιεχομένου με τα ανωτέρω βιβλία».
[5]


Ο ίδιος ο Καζαντζάκης, απαντώντας στις κατηγορίες της Εκκλησίας, έγραψε σε επιστολή του:
  «Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ».

Τελικά η Εκκλησία της Ελλάδος δεν προχώρησε στον αφορισμό του Νίκου Καζαντζάκη, καθώς ήταν αντίθετος σε κάτι τέτοιο ο οικουμενικός πατριάρχης Αθηναγόρας ο οποίος ποτέ δεν υπέγραψε τον αφορισμό του.

Το Βατικανό, επίσης, ενέγραψε τον «Τελευταίο πειρασμό» (1954 και 1955) στον πίνακα των απαγορευμένων βιβλίων  (Index librorum prohibitorum)[6]. Ο Καζαντζάκης απέστειλε τότε τηλεγράφημα στην Επιτροπή του Index με τη φράση του χριστιανού απολογητή Τερτυλλιανού «Ad tuum, Domine, tribunal apello», δηλαδή «Στο Δικαστήριό σου, Κύριε, κάνω έφεση».

Η λογοκρισία της χούντας της 21ης Απριλίου 1967, άγγιξε και τα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη. Συγκεκριμένα η χούντα με την προληπτική λογοκρισία που ασκούσε απαγόρευε βιβλία τα οποία είχαν αναφορές στον στρατό, τον φασισμό, σε επαναστάσεις και λαϊκό ξεσηκωμό, τον κουμμουνισμό, την πορνογραφία, την ομοφυλοφιλία, ή όταν αναφέρονταν εναντίον του έθνους, της Εκκλησίας και της κυβέρνησης.[7] Προέβη μάλιστα και σε δημόσια καταστροφή δια πυρός «αντεθνικών» βιβλίων των Διονύσιου Σολωμού, Κωστή Παλαμά, Νίκου Καζαντζάκη, Βασίλη Βασιλικού αλλά και ξένων κλασικών, όπως ο Ντοστογιέφσκι, ο Ζολά, ο Τολστόι κ.ά. Το καθεστώς της 21ης Απριλίου 1968 εξέδωσε το 1969 κατάλογο με 760 απαγορευμένα βιβλία.[8]  Ο συγκεκριμένος κατάλογος αποσύρθηκε προς τα τέλη του 1969, αλλά νέοι κατάλογοι απαγορευμένων βιβλίων δημιουργήθηκαν τον Οκτώβριο του 1971 και τον Ιανουάριο του 1974. [9]

Εξάλλου, και τα μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αμερικής καταδίκασαν το βιβλίο «Τελευταίος πειρασμός» ως άσεμνο και αθεϊστικό – παρόλο ότι παραδέχτηκαν πως δεν διάβασαν το βιβλίο αλλά βάσισαν την καταδίκη τους σε άρθρα περιοδικών. [10]
Το 2006, το Υπουργείο Πολιτισμού και Ισλαμικής Καθοδήγησης του Ιράν, απαγόρευσε τα βιβλία "Evelina," της Isabel Allende, και τον «Τελευταίο πειρασμό» του Νίκου Καζαντζάκη παρόλο που τα δύο βιβλία είχαν εκδοθεί στο Ιράν τέσσερεις φορές στο παρελθόν. (Μαζί με τα δύο αυτά βιβλία απαγορεύθηκε στο Ιράν και το βιβλίο "Girl With a Pearl Earring" της Tracy Chevalier, παρόλο που είχε εκδοθεί έξι φορές στο παρελθόν).[11]
Η μεταφορά του «Τελευταίου Πειρασμού» στον κινηματογράφο από τον γνωστό σκηνοθέτη Martin Scorsese το 1988, έκανε το βιβλίο ακόμα γνωστότερο και αύξησε τις πωλήσεως του σε όλο τον κόσμο.

Ο Νίκος Καζαντζάκης πέθανε το χειμώνα του 1957. Η σορός του μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο. Η κηδεία έγινε μετά από μεγάλη λειτουργία στον Ναό του Αγίου Μηνά, παρουσία του Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ευγενίου και 17 ακόμη ιερέων. Ο αρχιεπίσκοπος, όμως, Κρήτης, απαγόρευσε στους ιερείς να πάρουν μέρος στην ταφή του Καζαντζάκη, που έγινε στην Τάπια Μαρτινέγκο, πάνω στα Βενετσάνικα τείχη της πόλης. Φήμες θέλουν κάποιο άγνωστο ιερέα να ολοκληρώνει αυτοβούλως την νεκρώσιμη λειτουργία (Σταματιάδου, 2010).

Στον τάφο του Καζαντζάκη χαράχθηκε η επιγραφή:
            «Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβούμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος».

*Τα περισσότερα από τα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη, βρίσκονται σήμερα στις βιβλιοθήκες και τα βιβλιοπωλεία της χώρας ενώ έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και κυκλοφορούν σε όλο τον κόσμο.





[1] Καζαντζάκης, Νίκος. 2005. Ασκητική. Αθήνα: Καζαντζάκη.
[2] Καζαντζάκης, Νίκος. 2007. Ο Καπετάν Μιχάλης. Αθήνα: Καζαντζάκη.
[3] Καζαντζάκης, Νίκος. 2007. Ο Χριστός ξαναστρώνεται. Αθήνα: Καζαντζάκη.
[4] Καζαντζάκης, Νίκος. Ο τελευταίος πειρασμός. Αθήνα: Καζαντζάκη, 2008
[6] Βλέπε υποσημείωση αρ. 1
[7] Asimakoulas, Dimitris. Brecht in dark times: Translations of his works under the Greek junta (1967–1974). Target, v. 17, 2005, pp. 93-110.
[8] Woodhouse, 1979 σ. 35 και Asimakoulas, 2005.  
[9] Asimakoulas, 2005 : 97
[11] Sarkouhi, Faraj. Iran: censorship the rule not the exception. Radio free Europe, radio liberty, 23-06-2009 http://www.rferl.org/content/article/1079193.html

1 σχόλιο:

Thrasys είπε...

Τη σορό του Νίκου Καζαντζάκη συνόδευσαν ο τότε υπουργός Παιδείας Αχιλλέας Γεροκωστόπουλος και ο ιερέας Σταύρος Καρπαθιωτάκης, ο οποίος αργότερα τιμωρήθηκε.

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9D%CE%AF%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%9A%CE%B1%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B6%CE%AC%CE%BA%CE%B7%CF%82