15 Απρ 2023

Η επεξήγηση των στίχων του τραγουδιού «Μαλαματένια λόγια» από τον ίδιο τον Μάνο Ελευθερίου

 

Μάνος Ελευθερίου (1938-2018)

Το τραγούδι «Μαλαματένια λόγια» (στίχοι Μάνου Ελευθερίου και μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου) είναι ένα από τα ωραιότερα αλλά και πιο αινιγματικά ελληνικά τραγούδια.

Οι στίχοι του είναι αλληγορικοί κυρίως λόγω των μηνυμάτων που ήθελε να περάσει ο στιχουργός, κατά τη διάρκεια της Χούντας, αλλά και λόγω επιλογής του ίδιου του Μάνου Ελευθερίου ο οποίος προσπάθησε να γράψει ένα διαφορετικό, πιο «περίπλοκο» τραγούδι από αυτά που μας είχε συνηθίσει.

Πολλοί αναλυτές προσπάθησαν να ερμηνεύσουν τους στίχους του τραγουδιού. Κάποιοι εύστοχα, άλλοι όχι.. (βλέπε εδώ)

Και φτάνουμε στο αιώνιο ερώτημα: Τι θέλει να πει ο ποιητής; Πρέπει άραγε να προσπαθούμε να ερμηνεύσουμε τους στίχους ενός τραγουδιού με κίνδυνο να παρερμηνεύσουμε τον στιχουργό;  Ή να τους τραγουδάμε χωρίς να τους (πολύ)καταλαβαίνουμε; Την καλύτερη απάντηση,  φυσικά, μπορεί να την δώσει ο ίδιος ο στιχουργός, αν έχει τη διάθεση και αν μπει στον κόπο να αναλύσει τους στίχους του, εξηγώντας στο κοινό τι εννοούσε.

Ο Μάνος Ελευθερίου, λοιπόν, στην αυτοβιογραφική του αφήγηση «Μαλαματένια λόγια» (Μεταίχμιο 2021, σ. 110-118) μας κάνει τη χάρη και εξηγεί τους στίχους του τραγουδιού του,  καταρρίπτοντας μάλιστα τη θεωρεία που τον ήθελε να επηρεάζεται από τον Σεφέρη. Κατά την ανάλυση των στίχων λέει πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα για το πως αντιμετώπιζε ο ίδιος τους στίχους και τις λέξεις, ενώ αναφέρεται και σε αρκετά πρόσωπα, κυρίως του πνευματικού χώρου, αλλά και ιστορικά:

 

Μου ζητάτε να σας μιλήσω στίχο στίχο  για τα «Μαλαματένια λόγια». Ας το δοκιμάσουμε:

Μαλαματένια λόγια στο μαντήλι

τα βρήκα στο σεργιάνι μου προχθές

 Η λέξη «μαλαματένια» δεν είναι του Σεφέρη, όπως μου καταλόγισε κάποιος βλαξ. Λες και οι λέξεις έχουν αποκλειστικότητα. Βεβαίως υπάρχουν λέξεις που δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις αν δεν κάνεις αναφορά του προγόνου τους, όπως π.χ. «ανεπαισθήτως». Τη λέξη τη βούτηξα από τον «Βάρναλη». Ήταν 1956, νομίζω, όταν γιορτάζονταν τα πενηντάχρονα του Ιντεάλ ή στο Τιτάνια και εκεί διάβασε η ηθοποιός Κυβέλη ποιήματά του. Μίλησε και ο Βάρναλης, μίλησε και ο Νίκος Βέης. Ο Βέης ήταν μέγας καθηγητής, γερμανοτραφής και ο πρώτος που κατέγραψε κώδικες του Άγιου Όρους δουλεύοντας δεκαοκτώ ώρες τη μέρα. Εκεί διάβασε η Κυβέλη: «Η θάλασσα με τα μαλάματά της τα πολλά». Εκεί τινάχτηκα. Και ο στίχος «Μες τα μαλάματα μια νύφη ξαγρυπνά», στο τραγούδι «Του κάτω κόσμου τα πουλιά» από εκεί προέρχεται. Μου άρεσαν τα οκτώ α στη σειρά «Στα-μα-λά-μα-τα-μια νύ-φη ξα-γρυ-πνά». Αυτά τα «α» με τρέλαιναν κάποτε. Σκεφτήτε πόσα «α» έχει ο στίχος του Βαμβακάρη, αν είναι δικοί του οι στίχοι: «Μαύρα μάτια, μαύρα φρύδια, μαύρα κατσαρά μαλιά». Δεκατέσσερα «α» στη σειρά!  Η λέξη «μαλάματα» λοιπόν είναι από τον Βάρναλη, αλλά τη θυμάμαι πάρα πολύ καλά και από τη Σύρο. Η γιαγιά μου έλεγε για μια γυναίκα «ήρθε και ήταν μες το μάλαμα», εννοώντας ότι φορούσε πολλά κοσμήματα. Ήταν ξεχασμένη λέξη κι όταν την άκουσα από τον Βάρναλη, ήρθε πάλι στον αφρό.

(Σημείωση: Ο Μάνος Ελευθερίου έχει χρησιμοποιήσει και σε άλλα τραγούδια του παραλλαγές της λέξης «μάλαμα»).

Τ' αλφαβητάρι πάνω στο τριφύλλι

σου μάθαινε το αύριο και το χθες

 Το αλφαβητάρι το είδα σε μια σκηνή από ένα αναγνωστικό που διαβάζει μια κοπέλα. Βλέπετε, η κάθε σκηνή παραπέμπει αλλού. 

μα εγώ περνούσα τη στερνή την πύλη

με του καιρού δεμένος τις κλωστές 

Έχω ξεφύγει από αυτά και βρίσκομαι στον δρόμο της ποίησης. 

Τ' αηδόνια σε χτικιάσανε στην Τροία

που στράγγιξες χαμένα μια γενιά 

Παρόλο που παραπέμπει στον στίχου του Σεφέρη, δεν έχει καμία σχέση. Μετά θυμήθηκα ότι υπάρχει και αυτός ο στίχος, και ήταν πολύ αργά για να τον βγάλω, αλλιώς θα τον άλλαζα οπωσδήποτε. Η χαμένη γενιά είναι η γενιά της Ωραίας Ελένης. Κάνω άλματα μέσα στην ιστορία. 

Καλύτερα να σ' έλεγαν Μαρία

και να 'σουν ράφτρα μες στην Κοκκινιά  

Η Μαρία ήταν ένα κορίτσι που είχαν συλλάβει την περίοδο της Χούντας και είχαμε μάθει  ότι τη βασάνισαν. Φυσικά δεν λεγόταν Μαρία. Ήταν φίλη μου. Έδωσε αργότερα κατάθεση στην Ευρώπη για τα βασανιστήρια. Είναι επώνυμο πρόσωπο. 

Κι όχι να ζεις μ' αυτή την κομπανία

και να μην ξέρεις τ' άστρο του φονιά  

Η λογοκρισία [της Χούντας] είχε σβήσει τη λέξη «συμμορία» και ο Μαρκόπουλος το έκανε «κομπανία». Δεν ξέρω ποια ζώα ήταν στις επιτροπές της λογοκρισίας εκείνη την εποχή.  

Γυρίσανε πολλοί σημαδεμένοι

απ' του καιρού την άγρια πληρωμή 

Πάρα πολλοί γυρνούσαν τότε από τις εξορίες, λίγο αργότερα από τις Σοβιετικές Ενώσεις ή είχαν, επιτέλους, αποφυλακιστεί, ύστερα από πολύχρονη φυλάκιση. Αυτό ήταν η «πληρωμή» για πολλούς, ιδιαίτερα για όσους φυλακίστηκαν με την κατηγορία, τη μόνη κατηγορία, ότι ήταν κουμουνιστές. Για εκείνους που κατηγορήθηκαν για φόνους και ήδη είχαν πάρει τον δρόμο των ουρανών από χρόνια.

Στο μεσοστράτι τέσσερις ανέμοι

τους πήραν για σεργιάνι μια στιγμή 

Αυτό είναι ποιητικό. Παραπέμπει σε λόγια «μαγείας» και σε εξωπραγματικές καταστάσεις. 

Kαι βρήκανε τη φλόγα που δεν τρέμει

και το μαράζι δίχως αφορμή  

Βρήκαν την κακομοιριά μας. Δεν υπάρχει περίπτωση μια φλόγα να μην τρέμει. Η φλόγα πάντα τρέμει. Κι όμως υπάρχουν άνθρωποι απαθείς, αμέτοχοι, ασυγκίνητοι, δήθεν απολίτικοι και γι’ αυτό και επικίνδυνοι για την εθνική υγεία. Αφορμή υπήρχε για το μαράζι αυτών που γύριζαν. Γι’ αυτούς υπήρχε μαράζι, το ανεκπλήρωτο όνειρο μιας ιδανικής κοινωνίας, η οποία ποτέ δεν γινόταν πραγματικότητα. Το πλήρες αδιέξοδο το είδαν όσοι επέζησαν μετά το 1989. Το ποίημα όμως είχε γραφτεί είκοσι χρόνια πριν. 

Και σαν τους άλλους χάθηκαν κι εκείνοι

τους βρήκαν να γαβγίζουν στα μισά  

Εδώ πια έχω φτάσει στα όρια της τρέλας. 

Κι απ' το παλιό μαρτύριο να 'χει μείνει

ένα σκυλί τη νύχτα που διψά

γυναίκες στη γωνιά μ' ασετυλίνη

παραμιλούν στην ακροθαλασσιά  

Δεν μπορώ να το εξηγήσω, αλλά το νιώθω. Υπάρχει μια διάψευση, αλλά δεν μπορώ να την εξηγήσω.  

Και στ' ανοιχτά του κόσμου τα καμιόνια

θα ξεφορτώνουν στην Καισαριανή  

Εδώ αναφέρομαι στους Γερμανούς και στις εκτελέσεις της Καισαριανής.  

Πώς έγινε με τούτο τον αιώνα

και γύρισε καπάκι η ζωή

πώς το 'φεραν η μοίρα και τα χρόνια

να μην ακούσεις έναν ποιητή 

Λέγοντας «ποιητής» εννοούσα προφήτης. Θα ήθελα να υπάρχει ένας καινούργιος Άγγελος Σικελιανός, ακόμα και ένας Παλαμάς. Μπορεί να ήταν μεγαλόστομος και πομπώδης, αλλά σε ορισμένες ώρες ήταν χρήσιμος, άσχετα από την ποιητική αξία.  

Του κόσμου ποιος το λύνει το κουβάρι

ποιος είναι καπετάνιος στα βουνά  

Αυτή είναι μια πολύ παλιά ρήση, ήμουν παιδάκι όταν την άκουγα και βέβαια – κρυφά – εννοώ τον Άρη Βελουχιώτη, παλιό μου είδωλο, τον οποίο αναφέρω και χρόνια μετά σε στίχο ποιήματος.  

Ποιος δίνει την αγάπη και τη χάρη

και στις μυρτιές του Άδη σεργιανά

μαλαματένια λόγια στο χορτάρι

ποιος βρίσκει για την άλλη τη γενιά  

Δεν θες μια συνέχεια; Δεν πρέπει η φυλή να έχει μια συνέχεια; Τότε που το έγραφα έβλεπα μια συνέχεια. Δεν θεωρούσα τον εαυτό μου ως συνέχεια, τους επόμενους από εμένα σκεφτόμουν. Θα ήταν πολύ υπεροπτικό και βλακώδες να σκεφτώ ότι είμαι η συνέχεια του Σολωμού, ο οποίος πάλευε για τα ίδια πράγματα αλλά σε άλλες σφαίρες, σε άλλες συνθήκες. Μια φορά είχα γράψει μια αφιέρωση σε κάποιον, στην πρώτη μου ποιητική συλλογή, το 1962, «για έναν καλύτερο κόσμο». Το ένιωθα αυτό το πράγμα, νομίζαμε ότι αλλάζουμε τον κόσμο με τα τραγούδια και με ό,τι γράφαμε. Είχα κουραστεί αφάνταστα να γράψω τη Θητεία. Δεν ήταν εύκολο. Το κουραστικό βέβαια δεν ήταν να γράψω τις ομοιοκαταληξίες, αυτό ήταν εύκολο, δεδομένο. Έπρεπε να προσαρμόσω ιδέες, αναμνήσεις, καταγγελίες, ονόματα, αγανάκτηση και ελπίδες στις ομοιοκαταληξίες. Αυτό ήταν ο κόμπος.  

Με δέσαν στα στενά και στους Κανόνες

και ξημερώνοντας μέρα κακή  

Το σωστό είναι «Παρασκευή» για να ομοιοκαταληκτεί ακριβώς με τη λέξη «αργυραμοιβοί», όχι «μέρα κακή» - το αλλάξαμε για τη λογοκρισία. Οι «Κανόνες» είναι με Κάπα κεφαλαίο, από τον θρησκευτικό Κανόνα. Έτυχε μέρα Παρασκευή να εκδηλωθεί το κίνημα της Χούντας, αλλά και Παρασκευή να γίνει η δολοφονία του Λαμπράκη. Δικαίως η λογοκρισία ενοχλήθηκε.  

Τοξότες φάλαγγες και λεγεώνες

με πήραν και με βάλαν σε κλουβί  

[Για τους συγκεκριμένους στίχους, δεν έχουμε κάποια εξήγηση από τον Μάνο Ελευθερίου, είτε επειδή ξέχασε να αναφερθεί σε αυτούς, είτε επειδή εκ παραδρομής έμειναν έξω από το βιβλίο. Το να μην σχολίασε εσκεμμένα , μόνο αυτούς τους στίχους το θεωρώ απίθανο αφού και αυτοί έχουν τους δικούς τους συμβολισμούς. Το πιθανότερο είναι ότι εννοεί τον στρατό (Χούντα) και τις φυλακίσεις]  

Και στα υπόγεια ζάρια τους αιώνες

παιχνίδι παίζουν οι αργυραμοιβοί  

Τους αργυραμοιβούς τους έλεγαν σαράφηδες. Η λέξη «σαράφης» ήταν πιο οικεία, ήθελα να τη βάλω αλλά δεν μου έβγαινε ποιητικά. Πλέον, και τη λέξη «σαράφης» και τη λέξη «αργυραμοιβός» δεν τις ξέρει κανείς. Κάποτε η οδός Αθηνάς ήταν γεμάτη σαράφηδες, τους πήγαινες κάτι και σου έλεγαν «τόσα».  

Ζητούσα τα μεγάλα τα κυνήγια

κι όπως δεν ήμουν μάγκας και νταής  

Αυτό είναι αφιερωμένο στον Γιώργο Ζαμπέτα. Όταν του διάβασα τους στίχους, χωρίς το συγκεκριμένο εξάστιχο, μου λέει: «Αυτό, μάγκα μου, δεν είναι τραγούδι, είναι κατάθεση στον Άρειο Πάγο. Το «μάγκας και νταής» το πρόσθεσα στο τέλος., ενθυμούμενος τον Ζαμπέτα. Μου άρεσαν αυτές οι λέξεις. Κυρίως με ενθουσίασε η εγκαρδίωση του Ζαμπέτα. Όταν γύρισα το βράδυ σπίτι μου, κάθισα και έγραψα την πρώτη μορφή του εξάστιχου.  

Περνούσα τα δικά σου δικαστήρια

αφού στον Άδη μέσα θα με βρεις

να με δικάσεις πάλι με μαρτύρια

και σαν κακούργο να με τιμωρείς  

Εδώ είναι ερωτικό το περιεχόμενο. Παρατραβηγμένα πράγματα. Είχε κι άλλα αυτή η ενότητα αλλά δεν κράτησα τίποτα από τις διαδοχικές γραφές. Τις πέταξα.

 

Ελευθερίου, Μάνος. Μαλαματένια λόγια: αυτοβιογραφική αφήγηση / καταγραφή, επιμέλεια Σπύρος Αρβανίτης, Ηρακλής Οικονόμου. Αθήνα: Μεταίχμιο, 2021.


Βλέπε επίσης:

Δεν υπάρχουν σχόλια: