13 Ιαν 2023

Το Δέντρο: ένα ελληνοκεντρικό διήγημα του Χ.Φ. Λάβκραφτ [μελέτη για το περιοδικό ΟΛΚή]



Το Δέντρο: ένα ελληνοκεντρικό διήγημα του Χ. Φ. Λάβκραφτ

του Ανδρέα Καπανδρέου*


O Χ. Φ. Λάβκραφτ (H. P. Lovecraft, 1890-1937) ήταν Αμερικανός συγγραφέας φανταστικής λογοτεχνίας και θεωρείται ο κυριότερος εκφραστής της λογοτεχνίας μεταφυσικού τρόμου. Έγραψε αρκετά διηγήματα, ποιήματα και δοκίμια, ενώ είναι ο δημιουργός της μυθολογίας  Κθούλου (Cthulhu)[1]. Η επικρατέστερη εκδοχή για την προέλευση του παράξενου και καθόλου εύηχου ονόματος «Κθούλου», είναι ότι  επιλέχθηκε από τον Λάβκραφτ ώστε να ηχεί όπως η αρχαία ελληνική λέξη  χθόνιος (chthonic = αυτός που κατοικεί μέσα στη γη)[2].

Είναι γνωστό ότι ο Λάβκραφτ επηρεάστηκε πολύ από την ελληνική μυθολογία με την οποία ήρθε σε επαφή από την παιδική του ηλικία. Όπως αναφέρει ο μελετητής S.T. Joshi, μια παιδική έκδοση της Ιλιάδας και μια της Οδύσσειας ήταν από τα πρώτα και πιο αγαπημένα αναγνώσματα του Λάβκραφτ[3]. Αυτά άλλωστε αποτέλεσαν και την έμπνευση του Λάβκραφτ για την συγγραφή του ποιήματος Ulysses (Οδυσσέας), που αποτελεί παράφραση της Οδύσσειας, μόλις στα εφτά του χρόνια!

Εξάλλου, ο Λάβκραφτ τοποθετεί τους μεγάλους κλασικούς Έλληνες συγγραφείς Αισχύλο, Αριστοφάνη, Ευριπίδη και Σοφοκλή στη λίστα αυτών που θα πρέπει απαραίτητα να διαβάσει κάποιος (What should I read)[4]

«Το δέντρο» ("The Tree") είναι ένα ακόμα έργο του Λάβκραφτ το οποίο έχει επιρροές από την αρχαία Ελλάδα και την ελληνική μυθολογία. Πρόκειται για ένα από τα πρώτα του διηγήματα που  δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 1921 στο περιοδικό The Tryout[5].

Η μακάβρια αυτή ιστορία διαδραματίζεται στην αρχαία Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα στο όρος Μαίναλο[6] στην Αρκαδία. Πρωταγωνιστές είναι δύο φίλοι γλύπτες, ο Κάλος και ο Μουσίδης. Το διήγημα είναι επηρεασμένο από την ελληνική μυθολογία αφού σε αυτό ο συγγραφέας αναφέρεται σε ελληνικές θεότητες όπως ο Πάνας[7], η θεά Τύχη[8] και ο Αίολος[9], αλλά και σε μυθολογικά πλάσματα όπως οι Σάτυροι[10] και οι Δρυάδες[11].

 

Η ιστορία (περίληψη):

Σημείωση: Ο Λάβκραφτ ξεκινά το διήγημά του με τη συμβολική λατινική φράση  "Fata viam invenient" ("Η μοίρα θα βρει τρόπο").

Σε μια καταπράσινη πλαγιά του όρους Μαίναλο, στην Αρκαδία, βρίσκεται ένας ελαιώνας και μια ερειπωμένη έπαυλη. Εκεί κοντά υπάρχει και ένας μαρμάρινος τάφος με γλυπτά, ο οποίος κάποτε ήταν πανέμορφος αλλά πλέον είναι εγκαταλειμμένος, όπως και η έπαυλη. Πάνω από τον τάφο, ένα γιγαντιαίο δέντρο (ελιά) μοιάζει με τη μορφή ενός τρομακτικά παραμορφωμένου ανθρώπου,  ενώ οι ρίζες του δέντρου έχουν μετατοπίσει τα μάρμαρα του τάφου.

Ο αφηγητής εξιστορεί τα όσα έμαθε από έναν μελισσοκόμο που ζούσε στην περιοχή, κοντά στην έπαυλη:

Δύο διάσημοι γλύπτες, ο Καλός και ο Μουσίδης, ζούσαν στην έπαυλη που βρισκόταν στην πλαγιά του βουνού.  Και οι δύο καλλιτέχνες δημιούργησαν έργα που ήταν ευρέως γνωστά και φημισμένα. Οι δυο τους ήταν αφοσιωμένοι φίλοι, αλλά πολύ διαφορετικοί στον χαρακτήρα και τις συνήθειες τους. Ο Μουσίδης ήταν πιο εξωστρεφής και απολάμβανε τη νυχτερινή ζωή της πόλης. Ο Καλός, από την άλλη, ήταν εσωστρεφής και προτιμούσε την απομόνωση και την ησυχία του ελαιώνα μέσα στον οποίο περνούσε πολλές ώρες. Κάποιοι, μάλιστα, ισχυρίζονταν ότι ο Κάλος συναναστρεφόταν με παράξενα πλάσματα που ζούσαν στον ελαιώνα, όπως Σάτυρους και Δρυάδες, τα οποία τον βοηθούσαν να αντλεί έμπνευση για τα έργα του.

Μια μέρα, απεσταλμένοι του Τύραννου των Συρακουσών ζήτησαν από τους δύο γλύπτες να δημιουργήσουν από ένα άγαλμα της θεάς Τύχης ώστε να επιλέξουν από τα δύο το καλύτερο και να το εγκαταστήσουν στο κέντρο της πόλης τους. Το άγαλμα θα έπρεπε να ήταν μια  «μεγάλου μεγέθους, ευφυής κατασκευή», αφού θα αποτελούσε «ένα θαύμα των εθνών και σημείο έλξης των ταξιδιωτών». Ο Καλός και ο Μουσίδης δέχτηκαν με προθυμία να συμμετάσχουν σε αυτό τον διαγωνισμό ο νικητής του οποίου θα κέρδιζε τη μεγαλύτερη διάκριση που θα μπορούσε να τους προσφέρει η τέχνη τους, αλλά και πολύ μεγάλη φήμη.

Χωρίς να τους το αναφέρει, ο Τύραννος περίμενε από τους δύο φίλους, όχι απλά να διαγωνιστούν αλλά και να συνεργαστούν μεταξύ τους, ώστε να πετύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. 

Καθώς το έργο των δύο γλυπτών προχωρούσε, ο Μουσίδης εξακολουθούσε να είναι κοινωνικός και δραστήριος αλλά η διάθεσή του άρχισε να χαλά την περίοδο που αρρώστησε ο φίλος του ο  Κάλος. Παρά την αποδυναμωμένη του κατάσταση, λόγω της ασθένειας του, όσοι επισκέπτονταν τον Κάλο διέκριναν σε αυτόν μια γαλήνη που ερχόταν  σε αντίθεση με την  απογοήτευση και την αναστάτωση που έδειχνε να έχει ο Μουσίδης.  Παρόλες τις προσπάθειες των γιατρών η υγεία του Κάλου συνέχισε να εξασθενεί.

Όταν πλέον ο Κάλος ήταν ετοιμοθάνατος, ο Μουσίδης, κλαίγοντας, υποσχέθηκε στον φίλο του ότι θα φτιάξει έναν περίτεχνο μαρμάρινο τάφο προς τιμή του. Ο Καλός πριν αφήσει την τελευταία του πνοή στον ελαιώνα, ζήτησε να θάψουν κλαδιά ελιάς, στον τάφο του.

Μετά τον θάνατο του Κάλου, ο Μουσίδης εκπλήρωσε  την τελευταία επιθυμία του φίλου του και στον μαρμάρινο τάφο που έφτιαξε φύτεψε κλαδιά ελιάς κοντά στο κεφάλι του νεκρού. Πολύ σύντομα, από τον τάφο ξεφύτρωσε  μια ελιά η οποία μεγάλωνε με αφύσικο τρόπο και τελικά έγινε τεράστια. Ένα ιδιαίτερα μεγάλο κλαδί από το δέντρο επεκτάθηκε στην έπαυλη, πάνω από το εργαστήριο με το άγαλμα που ετοίμαζε ο Μουσίδης.

Τρία χρόνια αργότερα, το άγαλμα που ετοίμαζε ο Μουσίδης ολοκληρώθηκε και οι απεσταλμένοι  του Τύραννου των Συρακουσών έφτασαν στην πόλη για να το παραλάβουν. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, όμως, εξελίχθηκε μια μεγάλη καταιγίδα πάνω στο όρος Μαίναλο. Τόσο οι Συρακούσιοι, όσο και οι Αρκάδες προσευχήθηκαν στον Αίολο να κατευνάσει τους τρομερούς ανέμους που μάστιζαν όλο το βράδυ την περιοχή. Το επόμενο πρωί που οι απεσταλμένοι του Τύραννου πήγαν για να παραλάβουν το άγαλμα βρήκαν την έπαυλη εντελώς κατεστραμμένη από την καταιγίδα ενώ το μεγάλο κλαδί του δέντρου έχει πέσει και είχε συντρίψει το άγαλμα του Μουσίδη. Ο ίδιος ο Μουσίδης εξαφανίστηκε και από εκείνη την μέρα δεν τον είδε ποτέ κανείς ξανά.

Όμως, παρά την καταστροφή της έπαυλης, ο ελαιώνας υπάρχει ακόμα, όπως και το δέντρο που αναπτύσσεται μέσα από τον τάφο του Κάλου και ο γέρος μελισσοκόμος ισχυρίστηκε ότι μερικές φορές άκουγε τα κλαδιά, με τον νυχτερινό άνεμο, να ψιθυρίζουν ξανά και ξανά, «Ξέρω! Ξέρω![12]"

 

Ανάλυση:

Στο παράξενο αυτό διήγημα, ο Lovecraft αφήνει ορισμένα αναπάντητα ερωτήματα να αιωρούνται. Τόσο η λατινική φράση στην αρχή του κειμένου “Fata viam invenient" (Η μοίρα θα βρει τρόπο), όσο και η τελευταία φράση του δέντρου «Ξέρω! Ξέρω», αλλά και η μανία του Δέντρου και της φύσης απέναντι στον Μουσίδη και το έργο του, αφήνουν να νοηθεί ότι έχει διαπραχθεί κάποιου είδους υπερφυσική εκδίκηση (Νέμεσις[13]).

Υπονοείται από τον συγγραφέα ότι ο Κάλος έχει συσχετιστεί με τα πνεύματα του ελαιώνα, ενώ ο ίδιος έχει ζητήσει να ταφεί με τα κλαδιά της ελιάς. Έτσι το δέντρο μεγαλώνει αφύσικα γρήγορα αφού προφανώς τρέφεται από τη δυσαρέσκεια και τη δίψα για εκδίκηση που έχει ο Κάλος, ο οποίος πλέον έχει πάρει τη μορφή του δέντρου.

Μια εκδοχή που δικαιολογεί την εκδίκηση, έχει να κάνει με δηλητηρίαση του Κάλου από τον φίλο του Μουσίδη (γι’ αυτό και η ξαφνική αρρώστια που τον οδήγησε στον θάνατο) ώστε να τον ξεφορτωθεί και να κερδίσει αυτός τον διαγωνισμό και τη δόξα. Αν αυτό είναι το σενάριο, τότε η πράξη του Μουσίδη, δικαιολογεί την οργή και την εκδικητικότητα του Κάλου, αλλά και την παραδοχή: Ξέρω! Ξέρω! [τι έκανες].

Ένα άλλο στοιχείο που απουσιάζει από την ιστορία είναι το τι απέγινε το άγαλμα που ετοίμαζε ο Κάλος, αφού ξέρουμε σίγουρα ότι δούλευε πάνω σε αυτό πριν αρρωστήσει.  Επίσης, το ότι οι δύο φίλοι είχαν δει – και μόνον αυτοί – ο ένας το έργο του άλλου, μας κάνει να υποπτευθούμε ότι ίσως ο Μουσίδης, μετά τον θάνατο του φίλου του χρησιμοποίησε το γλυπτό του Κάλου ως δικό του. Και σε αυτή την περίπτωση ταιριάζει επίσης η επισήμανση: Ξέρω! Ξέρω! [τι έκανες].

Επιπλέον μυστήριο στην ιστορία, προσδίδει και η εξαφάνιση του ίδιου του Μουσίδη.

Λόγω της δυαδικής φύσης της ιστορίας, αλλά και της αναφοράς στη μοίρα, είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι η θεά Τύχη (η οποία διαδραματίζει κεντρικό αλλά και συμβολικό ρόλο στην υπόθεση) είναι κατά κάποιο τρόπο αντίθετη με τη Νέμεσις η οποία αφήνεται να νοηθεί ότι επικρατεί στο τέλος του διηγήματος. Η θεά Τύχη χαρίζει (ευτυχία, πλούτο, ευμάρεια, δόξα) ενώ η θεά της δικαιοσύνης, Νέμεσις, τιμωρεί σκληρά κάθε αδικία αφαιρώντας όσα αποκτήθηκαν με δόλο. Η Νέμεσις παρουσιάζεται και ως θεία δίκη.

Παραφράζοντας λοιπόν τα λόγια του ίδιου του συγγραφέα:  “Fata viam invenient” = Η μοίρα βρήκε τελικά τον τρόπο (να εκδικηθεί).

Ο ίδιος ο Λάβκραφτ αναφέρει για το διήγημά του «Το δέντρο» ότι αυτό έχει τον ετερογενή συνδυασμό του σύγχρονου κυνισμού,  της ελληνικής τραγωδίας και της ανατολικής φαντασίας (oriental fantasy)[14].

Υπερασπιζόμενος το εν λόγω διήγημα, ο συγγραφέας, αναφέρει επίσης ότι σε αυτό επικαλείται την υπερφυσική παρέμβαση, όπως συχνά γίνεται και στον ελληνικό μύθο, ώστε να διευκολυνθεί η εκδίκηση[15]. Ως τέτοια παραδείγματα ο Λαβκραφτ αναφέρει τους μύθους του «Αρίωνα» [16] (Ηρόδοτος) και του «Ίβυκου»[17] (Πλούταρχος).

Ένα άλλο σημείο που έχει ενδιαφέρον είναι η αντίληψη του Λάβκραφτ για το αρχαίο Αρκαδικό τοπίο, το οποίο στην σύγχρονη του συγγραφέα δυτική κουλτούρα  φαντάζει ως ένα εξιδανικευμένο, εμβληματικό τοπίο αναφοράς της ευτυχίας και της ευδαιμονίας το οποίο έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τους αλλόκοτους κόσμους που ο ίδιος δημιούργησε σε άλλα έργα του. Ο Λάβκραφτ, φυσικά, με τη βοήθεια υπερφυσικών δυνάμεων κατάφερε, με μακάβριο τρόπο, να μετατρέψει το όμορφο και ειδυλλιακό τοπίο σε κρανίου τόπο, επιφέροντας έτσι την τρομακτική τιμωρία.

Εξ’ όσων γνωρίζουμε ο Λάβκραφτ δεν επισκέφτηκε ποτέ την Ελλάδα και το βουνό Μαίναλο. Οι περιγραφές του για το τοπίο και τους ανθρώπους πηγάζουν μέσα από τη φαντασία του και τα διαβάσματά του για την αρχαία Ελλάδα.

 



[1] Κθούλου ονομάζεται η φανταστική κοσμική οντότητα που δημιουργήθηκε από τον H. P. Lovecraft. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1928 στο διήγημά του "The Call of Cthulhu", που δημοσιεύτηκε από το αμερικανικό περιοδικό Weird Tales. Η εμφάνιση του Κθούλου περιγράφεται σαν ένα χταπόδι, έναν δράκο και μια καρικατούρα ανθρώπινης μορφής. Το όνομά του δόθηκε στο σύμπαν που εμπνεύστηκε ο Λάβκραφτ, όπου υπήρχε ο Κθούλου και οι συγγενείς του οντότητες. Έτσι δημιουργήθηκε η μυθολογία Κθούλου.
[2] Με το όνομα χθόνιοι θεοί ή χθόνιες θεότητες ή υποχθόνιες θεότητες χαρακτήριζαν οι αρχαίοι Έλληνες τις διάφορες θεότητες της ελληνικής μυθολογίας που είχαν σχέση με τον κάτω κόσμο ή τη Χθόνα, δηλαδή τη Γη, εξ ου και υποχθόνιοι.
[3] Joshi, S.T. Howard Phillips Lovecraft: The Life of a Gentleman of Providence.
[4]  Βλέπε αλληλογραφία του με την Anne Tillery Renshaw στο  Well-Bred Speech (1936). Η Anne Tillery Renshaw ήταν μια μακροχρόνια συνάδελφος, έχοντας γνωρίσει τον Lovecraft κατά τη διάρκεια της ερασιτεχνικής δημοσιογραφίας του στη δεκαετία του 1910. Αργά στη ζωή της ανέθεσε στον Lovecraft να εργαστεί για την πραγματεία της για την αγγλική χρήση, Well-Bred Speech (1936). Αυτή η έκδοση δημοσιεύει για πρώτη φορά πολλά κεφάλαια που έγραψε ο Λάβκραφτ για αυτό το βιβλίο και τα οποία απορρίφθηκαν πριν από τη δημοσίευση.
[5] Το περιοδικό “The Tryout” εκδιδόταν στο Χάβερχιλ της Μασαχουσέτη, από το 1914 μέχρι το 1946. Εκδότης του περιοδικού ήταν ο Charles W. Smith.  Στο συγκεκριμένο περιοδικό δημοσιεύτηκαν τα πρώτα διηγήματα του Lovecraft: "The Cats of Ulthar" (Νοέμβριος 1920), "The Terrible Old Man" (Ιούλιος  1921), "The Tree" (Οκτώβριος 1921) και "In the Vault" (Νοέμβριος 1925).
[6] Το Μαίναλο είναι βουνό της Πελοποννήσου στο νομό Αρκαδίας με υψηλότερη κορυφή στα 1.981 μ. Βρίσκεται στο κέντρο της Πελοποννήσου και καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του βόρειου τμήματος της Αρκαδίας.
[7] Ο Πάνας είναι αρχαία ελληνική, ιδεατή, ανθρωπόμορφη δευτερεύουσα θεότητα, που ήταν συνυφασμένη με την «πανίδα» της Φύσης, (άνθρωποι και ζώα) σε μια αμφίδρομη σχέση προστασίας, αλλά και προσωποποίηση της γενετικής δύναμης της ζωής. Ο συγγραφέας στην ιστορία του αναφέρει ότι στο όρος Μαίναλο «σύχναζε και ο φοβερός θεός Πάνας».
[8] Η Τύχη είναι θεότητα της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, προσωποποίηση της ευμάρειας και του πλούτου. Συνήθως παριστάνονταν ως γυναίκα που κρατούσε ένα μικρό παιδί, ένα στάχυ ή το κέρας της Αμαλθείας ως ένδειξη του πλούτου.
[9] Ο Αίολος, στην ελληνική μυθολογία, ήταν ο θεός των ανέμων.
[10] Ο Lovecraft στο πρωτότυπο κείμενό του χρησιμοποιεί την ονομασία “Fanus” (από το λατινικό Faunus, στα ελληνικά Φαύνος ή Στάτυρος).Οι Σάτυροι ήταν κατώτερα μυθικά όντα «δαίμονες» της ελληνικής μυθολογίας, (πνεύματα των βουνών και των δασών). Στην Ποίηση και στην Τέχνη, τους απεικόνιζαν από τη μέση και πάνω σχεδόν ανθρωπόμορφους, φαλακρούς και με μυτερά αυτιά, με πόδια και ουρά τράγου. Πλάσματα πολύ διαδεδομένα στην μυθολογία αλλά και τη λογοτεχνία του φανταστικού. Ο Φαύνος στη Ρωμαϊκή μυθολογία είναι ταυτισμένος με τον θεό Πάνα.
[11] Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία οι Δρυάδες (ενικός: η Δρυάς) ήταν Νύμφες των δασών.
[12] Στο πρωτότυπο διήγημα ο Lovecraft τελειώνει με τις ελληνικές λέξεις «Οίδα, Οίδα» τις οποίες μεταφράζει αμέσως μετά στην αγγλική «I know, I know».
[13] Στην ελληνική μυθολογία η Νέμεσις είναι η θεά που θεσπίζει αντίποινα εναντίον όσων υποκύπτουν στην αλαζονεία και την έπαρση ενώπιον των θεών. Η Νέμεσις είναι το συνώνυμο της ανυποχώρητης δικαιοσύνης.
 [14] Norris, Dunkan. Lovecraft’s Greek Tragedy. Στο Lovecraft Annual. No. 11 (2017), σ. 8.
[15] Norris, Dunkan. Lovecraft’s Greek Tragedy. Στο Lovecraft Annual. No. 11 (2017), σ. 9.
[16] Ο Αρίων(ας) σώθηκε από την παρέμβαση του θεού Απόλλωνα που του έστειλε ένα δελφίνι να τον γλυτώσει από τους ναύτες που τον λήστεψαν και ήθελαν να τον σκοτώσουν. Τελικά κατήγγειλε τους ληστές οι οποίοι συνελήφθησαν και τιμωρήθηκαν.
[17] Οι δολοφόνοι του Ιβύκου αποκαλύφθηκαν μετά από θεία επέμβαση (προδομένοι από τους «γερανούς του Ιβύκου» που ήταν οι μοναδικοί αυτόπτες μάρτυρες της δολοφονίας του.


*Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΟΛΚή, τχ.2, 2022

Δεν υπάρχουν σχόλια: