25 Αυγ 2022

Φυλάκιο της Χάρης Ν. Σπανού


Η Χάρη Σπανού, μέσα από το βιβλίο της «Φυλάκιο» αναδεικνύει μια τραυματική ιστορία από την εποχή του πολέμου στην Κύπρο το 1974. Η συγγραφέας χρησιμοποιεί πραγματικά στοιχεία και πληροφορίες από τις μάχες που διεξήχθησαν στην οροσειρά του Πενταδακτύλου. Εστιάζει την ιστορία της στην τύχη των, μέχρι πρόσφατα αγνοουμένων οι οποίοι εκτελέστηκαν από τον τουρκικό στρατό και πολύ αργότερα μεταφέρθηκαν σε άλλους ομαδικούς τάφους από το τουρκικό  κατοχικό καθεστώς, με στόχο να εξαφανιστούν τα ίχνη τους.
Η διήγηση είναι κάποτε σε τρίτο και κάποτε σε πρώτο πρόσωπο, με συνεχείς εναλλαγές του χρόνου (flash back). Σε ένα φυλάκιο στην Πράσινη Γραμμή της σύγχρονης Λευκωσίας, υπηρετεί την στρατιωτική του θητεία, ένα νεαρό αγόρι, ο Μιχαήλ. Οι πληγές που άφησε πίσω της η τουρκική εισβολή του 1974, είναι εμφανείς όταν κάποιος πλησιάσει το βόρειο μέρος της Κυπριακής πρωτεύουσας.  Υπάρχουν όμως και οι άλλες πληγές, που δεν φαίνονται με το μάτι. Οι πληγές της ψυχής. Αυτές οι πληγές βαραίνουν όλους τους Κυπρίους αλλά ιδιαίτερα τους συγγενείς αυτών που χάθηκαν στις μάχες, όπως την μητέρα και τον θείο του Μιχαήλ, αφού ο αδερφός τους (ο Νικηφόρος) ήταν μέχρι πρόσφατα δηλωμένος ως αγνοούμενος.
Η τύχη του Νικηφόρου εξακριβώθηκε, όταν κάποια από τα οστά του εξευρέθηκαν σε ομαδικό τάφο και εξακριβώθηκε η ταυτότητά τους με τη μέθοδο του DNA. Η οικογένεια, μπόρεσε επιτέλους, μετά από 47 χρόνια να κηδέψει τον νεκρό της. Πολλά ερωτήματα όμως παρέμειναν αναπάντητα και οι πληγές της ψυχής παρέμειναν ανοιχτές.

Ένα από τα πιο «δυνατά», μακάβρια, αλλά και με μια αριστοτεχνική δόση μαύρου χιούμορ  σημείο του βιβλίου, είναι αυτό που ο  Νικηφόρος διηγείται την τύχη που είχε το νεκρό του σώμα:

«…. Για να οικονομήσουν χώρο, μας τσάκισαν τα κορμιά με τους κασμάδες. Επίπονη δουλειά. Όχι πως άκουγες κραυγή – ήμασταν νεκροί. Έμεινε μες το αυτί μου ο ήχος του μετάλλου όταν συναντά τη σάρκα και το κόκκαλο. Δυσκολεύτηκαν με τα κρανία. Ξερά κεφάλια. Ύστερα έριξαν την άμμο πάνω μας. Ήταν καυτή. Μέχρι να λιώσει η σάρκα μου είχα φαγούρα ασταμάτητη. Τη μισούσε η μάνα μου την άμμο. Σαν να ήξερε. Α, ρε μάνα».

Το βιβλίο αγγίζει εμμέσως και θέματα πολιτικής αλλά και πολιτισμού. Ο τρόπος αντίληψης των πρωταγωνιστών για τα γεγονότα του 1974, για τους πρωταγωνιστές της εποχής, τη σημερινή πραγματικότητα στο νησί, τις Μη Κερδοσκοπικές Οργανώσεις, κάνει την ιστορία πιο ενδιαφέρουσα αλλά προβληματίζει ταυτόχρονα.

Η αναφορά, σε διάφορα σημεία του βιβλίου, στον Σάββα Παύλου μπορεί να θεωρηθεί και ως φόρος τιμής στον μεγάλο Κύπριο λόγιο – συγγραφέα.
 
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
«Άκουγα τον κασμά και τα φτυάρια να χτυπούν τον βράχο. Κάθε λίγα λεπτά σταματούσαν, έβριζαν και έφτυναν στις παλάμες τους. Ύστερα από καμιά ώρα εμφανίστηκε ο Ντερβίς – άκουσα που τον σύστησε στον λοχία ένας συγχωριανός του, είπε πως ήταν καλός πατριώτης, της ΤΜΤ από το ’58. Τους πρότεινε να φέρει αμμοχάλικο από το χωριό για να μας σκεπάσουν. Αμφέβαλλε ο λοχίας: «Πώς θα το φέρεις, έχουμε εδώ οκτώ να χώσουμε. Φορτηγό δεν ανεβαίνει στο καταραμένο βουνό». Οι Τούρκοι ποτέ δεν αγαπούσαν τα βουνά – τα φοβόντουσαν».

Σπανού, Χάρη Ν. Φυλάκιο. Λευκωσία:
Εκδόσεις Αιγαίον, 2021.
(Η ζωγραφιά στο εξώφυλλο του βιβλίου ανήκει στον Γλαύκο Κουμίδη).

  

Δεν υπάρχουν σχόλια: