Το δεύτερο μου βιβλίο με τίτλο «Ο γιος της μάγισσας: αλλόκοτες ιστορίες» (Συμπαντικές Διαδρομές, 2012) είναι αφιερωμένο στην αγαπημένη μου παιδική συγγραφέα,
«Στην Πηνελόπη Δέλτα που μ' εμαθε να αγαπώ τη λογοτεχνία και την Ελλάδα»
όπως γράφω στην αρχή του βιβλίου.
Το βιβλίο αντί επιλόγου τελειώνει με ένα διήγημα που έχει τίτλο "Σιωπή" και αποτελεί φόρο τιμής στη ζωή και το έργο της Πηνελόπης Δέλτα (1874-1941).
Το τελευταίο διήγημα του βιβλίου:
(Αντί επιλόγου) Σιωπή
Το φάρμακο τής έφερε ένα δυνατό πόνο στο
στομάχι, αλλά ταυτόχρονα και μια γλυκιά ζαλάδα, μια ευφορία…
Ο Μάγκας
την πλησίασε και άρχισε να γαυγίζει ζωηρά, τρέχοντας προς την έξοδο, δείχνοντάς
της με αυτό τον τρόπο ότι ήθελε βόλτα.
Τον χάιδεψε τρυφερά στο κεφάλι και άνοιξε
την πόρτα. Ο σκύλος όρμησε έξω χαρούμενος και αυτή τον ακολούθησε. Στα στενά
δρομάκια της ελληνικής συνοικίας της Αλεξάνδρειας, τα παιδιά χαλούσαν τον κόσμο με τις φωνές
τους. Ανάμεσά τους ήταν και ο Αντώνης, ο ζαβολιάρης μικρός της αδερφός, ο Τρελαντώνης, όπως τον φώναζε. Μόλις ο
Μάγκας αναγνώρισε τον μικρό, έτρεξε ξωπίσω του και χάθηκαν μαζί στα στενά.
Δύο νέοι με παράξενες ενδυμασίες την
πλησίασαν τρέχοντας. Ήταν ο Αλέξιος και η Θέκλα. Έτρεχαν κυνηγημένοι να
γλυτώσουν από τους Βούλγαρους! Τον καιρό
του Βουλγαροκτόνου, η Μακεδονία κινδύνευε και οι δύο νέοι πολεμούσαν γι’
αυτήν. Έκανε ό,τι θα έκανε στη θέση της κάθε Ελληνίδα. Τους έβαλε στο σπίτι και
τούς έκρυψε στη σοφίτα μέχρι να περάσει ο κίνδυνος. Πριν φύγουν για τη
Βασιλεύουσα, η Θέκλα τής χάρισε ένα δακτυλίδι. Παρατήρησε τον βυζαντινό σταυρό
που ήταν χαραγμένος στο εσωτερικό του και
με συγκίνηση αναγνώρισε τα αρχικά που ήταν γραμμένα σε αυτό: ε ο α α π π
= «εις οιωνός άριστος˙ αμύνεσθαι περί πάτρης» = μια προφητεία είναι η καλύτερη
απ’ όλες, να αμύνεσαι για την πατρίδα
σου…
Την ξύπνησε ένας εκκωφαντικός θόρυβος. Ήταν
οι ερπύστριες των γερμανικών τανκ, που εισέβαλλαν στην Αθήνα, την ίδια στιγμή
που αυτή βρισκόταν ανήμπορη να αντιδράσει, καθηλωμένη στο αναπηρικό καροτσάκι.
Γύρισε το κεφάλι και κοίταξε την Ακρόπολη από το ανοιχτό παράθυρο. Ήταν 27
Απριλίου 1941. Η ναζιστική σημαία ανέμιζε περήφανα στον ιερό βράχο.
Ένιωσε ξανά μεγάλο πόνο, σαν μαχαιριά, στην
καρδιά αυτή τη φορά. Σήκωσε με κόπο το ποτήρι και ήπιε και την τελευταία γουλιά
από το δηλητήριο. Την ώρα που αυτή έπεφτε σε κώμα, ο Κωνσταντίνος Κουκκίδης
έπεφτε απ’ την Ακρόπολη, έχοντας στην αγκαλιά του την ελληνική σημαία, που
μόλις είχε υποστείλει, αρνούμενος να την παραδώσει στους Γερμανούς.
Ξαφνικά βρέθηκε μέσα στο βάλτο. Ο Τέλλος
Άγρας και ο Καπετάν Νικηφόρος την μετέφεραν με τη σχεδία τους. Έφτασε η ώρα να
ανακαλύψει και αυτή τα μυστικά του
βάλτου της απέναντι όχθης.
Από μακριά είδε να πλησιάζει μια γνώριμη
φιγούρα. Ναι, ήταν εκείνος! Ο Ίδας* την
έσφιξε στην αγκαλιά του, τόσο δυνατά που δεν μπορούσε άλλο να αναπνεύσει…
Έζησε μια ζωή σαν παραμύθι. Ένα παραμύθι χωρίς όνομα… Το τέλος της
ήρθε σαν λύτρωση από την σωματική αναπηρία των τελευταίων χρόνων και από την
σκλαβιά που μόλις άρχιζε για τους Έλληνες...
Στον τάφο της, στον κήπο του σπιτιού της,
έγραψαν:
ΠΗΝΕΛΟΠΗ
ΔΕΛΤΑ (1874-1941)
ΣΙΩΠΗ
* Ίδας =
Ψευδώνυμο του Ίωνα Δραγούμη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου