Οι Ερχόμενες είναι ένα ποίημα που έγραψε το 1920 ο Ρώμος Φιλύρας (1889-1942) λίγα χρόνια
πριν κλειστεί ως τρόφιμος στο Δρομοκαΐτειο
ψυχιατρείο (1927).
Ένα από τα χαρακτηριστικά του Φιλύρα το οποίο φαίνεται μέσα
από πολλά ποιήματά του είναι η αδυναμία που είχε για τις όμορφες γυναίκες τις
οποίες ερωτευόταν και εξυμνούσε με έναν αγνό και αγαθό τρόπο. Αυτή η ερωτική
διάχυση ωθεί τον Φιλύρα να αναφέρεται συχνά στις γυναίκες χρησιμοποιώντας
πληθυντικό αριθμό. Έχουμε π.χ. ποιήματα με τίτλους “Οι ερχόμενες”, “Κούκλες”,
“Σ’ εκείνες”, “Φευγαλέες”, “Οι άλλες”, “Πολλές”.
Στην πραγματική ζωή όμως τα πράγματα φαίνεται ότι δεν εξελίσσονταν όπως θα τα ήθελε ο ποιητής, έτσι περιορίζεται στο φαντασιακό επίπεδο.
Οι
Ερχόμενες (1920)
Ν’ ανοιγοκλείνει η κουρτίνα και πίσω να φεύγουν,
να ‘ρχονται εδώθε, να μας αγγίζει η πνοή των,
κι οι τεμπελιές μας οι αθώες που πάντα μας ρεύουν,
ν’ ανοιγοκλείνουν κι αυτές, δροσισμένες μαζί των.
Μαζί μ’ εκείνες, που πλάι μας με λύσσα βρυάζουν,
μες την αυλή, στο σαλόνι, στον πολυθόρυβο δρόμο,
που μας κοιτάνε, μας γνέφουν, γελούν και φαντάζουν
προς τη ματιά μας και στ’ όνειρο και με πανέρια στον ώμο.
Στο γλυκολάλο τ’ αέρι, ανεμίζει και φέρνει
τα προσωπάκια τους όλα, γλυκά, ροδισμένα,
είναι ξανθές και μελάχρες, λαχτάρα τις παίρνει
γι’ αυτά τα μάτια μας σε γλυκό δάκρυ λουσμένα.
Θα μπουν μαζί και θ’ απλώσουν τα χέρια,
θα μας χαϊδέψουν μαλλιά, στον αγέρα σπαρμένα,
θα μας μιλήσουν γλυκά σ’ αγκαλιάσματα αιθέρια,
θα μας φιλήσουν με χείλη απαλά, μυρωμένα.
Κι όπως η βάρκα, το κύμα μες στο μαϊστράλι,
όπως σαλεύουν να φτάσουν, ν’ αγγίσουν στο μώλο,
έτσι τις σέρνει σε μένα, κοντά στ’ ακρογιάλι,
εν’ αεράκι, ν’ αδειάσει το τσούρμο τους όλο.
Να ξεχωρίσουνε τέλος τα σώματα εμπρός μου
απ’ την ανοιγμένη κουρτίνα στήλες να προβάλλουν,
από μακριά κι αν φθασμένες, τα πέρα του κόσμου,
να γίνουν σωστές σιλουέτες, χωρίς ν’ αμφιβάλλουν.
Κι όλο να τρέμει η κουρτίνα, κοντά στο φεγγίτη,
όλο ν’ αμπώχνουν οι πρώτες, λαχτάρα να ιδούνε,
ναν τις ιδώ να γεμίζουνε τέλος το σπίτι,
να μη χωρούν και να μείνουν και στην αυλή να μιλάνε.
Ήρθαν, μα δεν τις θέλω τόσες κοντά μου,
είναι πάρα πολλές, με κουράζουν, μ ‘αλλάζουν,
παρ’ τες, μητέρα! να φύγουν, αν ήρθαν, αλιά μου .
Όλα τα βίτσια μου αν δουν, θα σπαράξουν.
Είναι πολλές, ένα πλήθος εγκάρδιο για μένα,
γιατί δεν ήπια παρά την ψυχή των,
μόνο τα λόγια τους άκουσα, μάνα μου, τα χαϊδεμένα,
κι ύστερα φύγαν, ήταν πάρα πολλές, προς τη γη των.
Είχα φυλάξει βαθιά μου μονάχα τη χάρη,
μονάχα τ’ όνειρο δεν ονειρεύομαι τώρα;
Χωρίς ν’ αφήνουν κανέναν ίσκιο κι αχνάρι,
τις είχα ιδεί να μου φέρνουν περίσσια τα δώρα.
Το ποίημα του
Ρώμου Φιλύρα «Οι ερχόμενες» μελοποιήθηκε από τον Μανώλη Γαλιάτσο και τραγουδήθηκε
από τον Δημήτρη Ζερβουδάκη.
Καλλιτέχνης: Ζερβουδάκης Δημήτρης
Άλμπουμ: Του μάγου τα παιχνίδια
Συνθέτης: Γαλιάτσος Μανώλης
Στιχουργός: Φιλύρας Ρώμος
Είδος μουσικής: Έντεχνο
Θεματολογία: Ζωής
Έτος Κυκλοφορίας: 2005
Ο Ρώμος Φιλύρας
(1889-1942), ψευδώνυμο του Ιωάννη Οικονομόπουλου γεννήθηκε στο Κιάτο
Κορινθίας και το 1902 εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στον Πειραιά όπου
ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Από το 1903, μαθητής του Γυμνασίου ακόμη,
άρχισε να συνεργάζεται με εφημερίδες και περιοδικά της εποχής
("Νουμάς", "Ακρόπολις", "Πρόοδος", "Νέα
Ελλάς", "Πατρίς", κ.α.), όπου δημοσίευσε κυρίως χρονογραφήματα
και παρουσιάσεις βιβλίων. Το 1916 διορίστηκε αρχικά αρχειοφύλακας και στη
συνέχεια γραφέας στο στρατό, έφτασε ως το βαθμό του υπολοχαγού και κατά τη
διάρκεια των βαλκανικών πολέμων πολέμησε στη Μακεδονία και την Ήπειρο, όπου
έπαθε κρυοπαγήματα. Αποτάχθηκε το 1924 λόγω ανίατης αφροδίσιας πάθησης.
Ακολούθησαν δημοσιεύσεις του στα περιοδικά "Ηγησώ", "Νέα
Εστία", "Κύκλος", "Ξεκίνημα" και ως το 1927, οπότε
κλείστηκε στο Δρομοκαΐτειο θεραπευτήριο ως το θάνατό του. Εξέδωσε πέντε
ποιητικές συλλογές ("Ρόδα στον αφρό", "Γυρισμοί", "Οι
ερχόμενες", "Κλεψύδρα", "Ο πιερότος",
"Θυσία") και το πεζογράφημα "Ο θεατρίνος της ζωής". Η πρώτη
εμφάνισή του στο λογοτεχνικό χώρο πραγματοποιήθηκε με ένα πεζογράφημα που
δημοσιεύτηκε στο παιδικό περιοδικό της Μυτιλήνης "Χαραυγή".
Ακολούθησαν δημοσιεύσεις ποιημάτων και πεζών στην "Διάπλαση των
Παίδων", πάντα με το πραγματικό του όνομα, ενώ το 1903 χρησιμοποίησε για
πρώτη φορά το ψευδώνυμο Ρώμος Φιλύρας για την υπογραφή ποιημάτων που δημοσίευσε
στο Νουμά. Ως ποιητής τοποθετείται στον κύκλο των λεγόμενων νεορομαντικών
ελλήνων ποιητών του Μεσοπολέμου, ανάμεσα στους Λαπαθιώτη, Ουράνη, Καρυωτάκη,
Άγρα, Κλέωνα Παράσχο ενώ επιρροές δέχτηκε από τους παλιότερους Μαλακάση,
Δροσίνη, Γρυπάρη, Πορφύρα και άλλους. Επηρεάστηκε επίσης έντονα από το ρεύμα
του συμβολισμού και υπέταξε την τεχνική της γραφής του και τη γλωσσική του
έκφραση στην ανάγκη να μεταδώσει τα συναισθήματά του με άμεσα αντιληπτό τρόπο.
Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν εβδομήντα ποιήματα που έγραψε στο Δρομοκαΐτειο με
επιμέλεια του Τάσου Κόρφη. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του παραμένει
αθησαύριστο στον περιοδικό και ημερήσιο Τύπο της εποχής του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου