25 Οκτ 2019

Η παρουσίαση που έκανε η Μαρία Ιωάννου-Φίλη στις Όψεις του Φανταστικού 2019 για το βιβλίο της «Αμμόχωστος της καρδιάς μου»


Καλησπέρα σας,
Σας ευχαριστήσω όλους σας που με τιμάτε απόψε εδώ με την παρουσία σας.
Αρχικά θέλω να ευχαριστήσω ένα μεγάλο δάσκαλο που δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας, το δάσκαλό μου Στέφανο Ζυμπουλάκη. Με τις συμβουλές του και την καθοδήγησή του με ώθησε στο δρόμο της ποίησης. Πίστεψε σε μένα. Δάσκαλε, σε ευχαριστώ – δεν θα σε ξεχάσω ποτέ.
Συνεχίζοντας, ένα μεγάλο ευχαριστώ στον κ. Γιώργο Σωτήρχο, επικεφαλή του εκδοτικού οίκου ‘Συμπαντικές Διαδρομές’ που εμπιστεύτηκε τη δουλειά μου και προχώρησε στην έκδοση της πρώτης ποιητικής μου συλλογής.
Θα ήταν παράλειψή μου να μην ευχαριστήσω τη φίλη μου Θέα Νικολάου για την εμπιστοσύνη της σε μένα, την αγάπη της, και τη διοργάνωση όλης της παρουσίασης.  
Επίσης ευχαριστώ πολύ το φίλο και γείτονά μου κ. Λάζαρο Αντωνιάδη που από την πρώτη στιγμή στέκεται δίπλα μου και στηρίζει όλη την προσπάθειά μου καθώς και τον Δημήτρη Σαββουλή, Δημοτικό Σύμβουλο Αμμοχώστου για τη βοήθεια και τη στήριξη. 
Τέλος ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους εσάς τους φίλους μου που θα ήθελα να πω ένα-ένα τα ονόματά σας και ζητώ την κατανόηση σας αλλά φοβάμαι μην παραλείψω κάποιον, είστε τόσοι πολλοί και νοιώθω πραγματικά ευλογημένη. Σας ευχαριστώ που πιστέψατε σε μένα και μου δώσατε δύναμη να συνεχίσω να γράφω. Είστε οι δικοί μου άνθρωποι και μπορώ να πω και το λέω και το αισθάνομαι. Έχουμε γίνει όλοι μία οικογένεια. Βιώσαμε μαζί όλη την ομορφιά της πόλης μας, την ιστορία της, την ραγδαία ανάπτυξή της, όλες εκείνες τις μυρωδιές που μας μεθούσανε και έκαναν τη καρδιά μας να είμαστε ερωτευμένοι μόνο μαζί της. Ζήσαμε τον πόνο και τη φρίκη του πολέμου, τους νεκρούς, τους αγνοούμενους, την προσφυγιά.

Τώρα μπορώ να συστηθώ: είμαι η Μαρία Ιωάννου Φίλη γεννημένη στην Αμμόχωστο με καταγωγή από την Κερύνεια. Δύο πόλεις αγαπημένες αλλά και οι 2 κατεχόμενες. Από την παιδική μου ηλικία μου άρεσε να γράφω οτιδήποτε. Στην εφηβεία έγραφα περισσότερο ποιήματα.

Ο πόλεμος του ‘74 στην ηλικία των 16 χρόνων μου έγινε περισσότερο εσωτερική ανάγκη έκφρασης να γράφω για τον τόπο μου. Τέλος του ’74 και με πόνο ψυχής
φύγαμε από το όμορφο νησί μας και εγκατασταθήκαμε στην άλλη πατρίδα την Ελλάδα μας - όπου εκεί συνέχισα την γυμνασιακή μου μόρφωση στο Γυμνάσιο Αγίου Ιερόθεου του Δήμου Περιστερίου. Στη συνέχεια προχώρησα σε ανώτερες σπουδές παίρνοντας πτυχίο τεχνολόγου μηχανικου. Διορίστηκα στη ΔΕΗ κατόπιν διαγωνισμού σε ανώτερη θέση. Παντρεύτηκα και απέκτησα 2 υπέροχες κόρες. Τώρα όμως έχω ακόμα μία τρίτη κόρη, την εγγονή μου Πηνελόπη στην οποία αφιερώνω την ποιητική μου συλλογή μιλώντας της καθημερινά για τον τόπο μας, και σε εσάς όλους τους Αμμοχωστιανούς.

Συνεχίζω να γράφω, δεν σταμάτησα ποτέ. Νοιώθω μέσα μου μία εσωτερική φωνή που την ακούω και μου οδηγεί το χέρι. Ανασύρω μέσα μου όλες τις αναμνήσεις του τόπου μου, ένα μπουκέτο από μυρωδιές λεμονανθών, γιασεμιών, βασιλικών, και δυόσμου.
Ακούω τον ήχο των κυμμάτων της, αφήνω την αρμύρα να κολλάει και να μιλάει στο κορμί μου, περπατάω ξυπόλυτη στην χρυσή αμμουδιά της και τα βήματα μου καθώς γνωρίζουν το δρόμο φτάνουν εκει στα βράχια του Κωνστάντια και χάνομαι στο ηλιοβασίλεμα της εκεί όπου ήταν πάντα το μυαλό μου με τις ώρες και έφτιαχνε όνειρα νεανικά.
Μετά έρχονται αυτές οι μνήμες που σκοτώνουν, πόλεμος, βομβαρδισμοί, προδοσία, προσφυγιά. Και η ψυχή μου να σεργιανάει κάθε βράδυ στις γειτονιές και να ψάχνει κάτι από την παλιά δόξα της αγαπημένης μας.
Ένα θα σας πω: δεν γράφω απαισιόδοξα, αντίθετα το τέλος των ποιημάτων μου καταλήγει στην αισιοδοξία, την ελπίδα, και τη λύτρωση της Λεμονανθούσας μας. Πάντα η Αμμόχωστος θα είναι εκεί και θα μας καρτερεί, αρκεί και εμείς να μην την ξεχάσουμε ποτέ και να αγωνιζόμαστε ειρηνικά και ενωμένοι για αυτήν.

ΕΙΝΑΙ
Δεν είναι που χορτάριασαν
Και ερήμωσαν οι στράτες
ειν’ οι αυλές που αδειασαν
Και λειψαν οι διαβάτες
Δεν ειναι γιατι σίγησαν
τα σήμαντρα της πόλης
ειν’ οι ψυχες που μίσεψαν
κατω απο ξενους ουρανούς
και θάψαν σε ξένες ατραπούς
τις προσδοκίες, τους καημούς
των εδικών, των φίλων τους
και της ζωής τους όλης.
Δεν ειν’ το κύμα το βουβό
Καθε πρωι πριν φέξει
Ειν’ ο στεναγμός του σβήνοντας
Πανω στην άμμο τη χρυση
Σαραντα χρονους και εξι.
Δεν ειν’ στις στέρνες το νερο
στα αυλακια των περιβολιων
μια νυχτα για να τρεξει
ειν’ γιατι δεν προσδοκά
μαζί μας πως θα παίξει
Δεν ειν’ του γιασεμιου τα αρωματα
Και η μυρωδια του δυόσμου
που αμύριστα απομείνανε
μες στις αυλες του κοσμου
Ειν’ τα ξένα χωματα
Που έσβησαν τις προσμονες
Και δεχτηκαν στις αγκαλιες
των εδικών τα σώματα
Δεν ειν’ το δάκρυ των παιδιών
Στο δρόμο για το μισεμό
Ειν’ οι συνθήκες των καιρών
Που έκαναν πιο δύσβατο
Το δρόμο για το γυρισμό.
Στη ρότα των χελιδονιών
Στην προσμονή των γυρισμών
Και στο φευγιο των χρόνων
Δεν είναι που δεν μπόρεσα
σιμά να σας κρατήσω
είναι που δεν το μπόρεσα
για να σας φέρω πίσω
Όμως σύντομα θα γίνει.
Σας ευχαριστώ όλους.

Δεν υπάρχουν σχόλια: