Ο Δημήτρης Ροδόπουλος (1908-1960) έγινε γνωστός στα λογοτεχνικά δρόμενα της Ελλάδας υπογράφοντας με το ψευδώνυμο Μ. Καραγάτσης.
Ο ίδιος ο συγγραφέας δεν άφησε κάποια μαρτυρία που να εξηγεί γιατί επέλεξε το συγκεκριμένο όνομα. Εικάζεται πάντως ότι αυτό προήλθε από το δέντρο πτελέα ή καραγάτσι. Όταν ήταν έφηβος ο συγγραφέας συνήθιζε να κάθετε κάτω από ένα καραγάτσι και να διαβάζει κατά τη διάρκεια των διακοπών του στο εξοχικό της οικογένειάς του στη Ραψάνη της Θεσσαλίας. Το «Μ.» του ψευδωνύμου του προήλθε πιθανότατα από το ρώσικο όνομα «Μίτια» (ρωσική εκδοχή του Δημήτρης), με το οποίο τον αποκαλούσαν φίλοι και συμφοιτητές του, λόγω της μεγάλης του αγάπης για τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι και ιδιαίτερα για το έργο Αδερφοί Καραμάζοφ.
Το μυστήριο γύρω από την επιλογή του ψευδωνύμου του Μ. Καραγάτση (γιατί επιλέγηκε το συγκεκριμένο αλλά και γενικότερα γιατί ο συγγραφέας επέλεξε να υπογράφει με άλλο όνομα από το πραγματικό του) απασχόλησαν τους λογοτεχνικούς κύκλους από τη δεκαετία του 30’ μέχρι σήμερα.
Το 1943 ο ίδιος ο Μ. Καραγάτσης προσπάθησε μέσα από δημοσίευσή του στο λογοτεχνικό περιοδικό Νέα Εστία να εξηγήσει την απόφασή του να χρησιμοποιήσει ψευδώνυμο. Στο δημοσίευμά του όμως «φωτογράφησε» έναν άλλο συγγραφέα της εποχής, τον Ναπολέοντα Λαπαθιώτη (1888-1944) ο οποίος του απάντησε σε επόμενο τεύχος του περιοδικού με αποτέλεσμα να προκληθεί μια ενδιαφέρουσα διαμάχη μεταξύ των δύο λογοτεχνών.
Η διαμάχη ξεκίνησε όταν ο Καραγάτσης στο τεύχος 379 του περιοδικού Νέα Εστία (15 Μαρτ. 1943) σχολίαζε σε επιστολή του προς τον Π. Χάρη, τότε διευθυντή της Νέας Εστίας, την απόφασή του να χρησιμοποιήσει λογοτεχνικό ψευδώνυμο:
«… Επειδή ανάφερες και το παράδειγμα του υποφαινομένου στο τελευταίο σου χρονογράφημα, θα ήθελα να σου ξομολογηθώ την κωμικοτραγικήν ιστορία του ψευδωνύμου μου.
Ήμουνα κι εγώ από τους νέους εκείνους που είχαν πολλούς δισταγμούς για το πρωτόλειό τους έργο. Δε με φόβιζε όμως η γνώμη των συνανθρώπων μου. Με το δονκιχωτικό θράσος των δειλών, ήμουνα έτοιμος να δώσω τη μάχη με το πραγματικό και τόσο -κατά τη γνώμη σου- καλαίσθητο όνομά μου. Με τη διαφορά πως το όνομα αυτό δεν ήταν μόνο δικό μου, αλλά και του μακαρίτη του πατέρα μου, ενός ανθρώπου μ’ εξαιρετικήν αξία και μεγάλα πνευματικά και ηθικά χαρίσματα. Αλλά και παθολογικά εγωκεντρικού, που πίστευε ακράδαντα πως κάθε άλλος έξω από το δρόμο που ακολούθησε αυτός στη ζωή του, είχε μέσα του το σπέρμα της κατωτερότητας, της αποτυχίας. Και σαν καλός πατέρας που ήταν, σπατάλησε τις δυνάμεις του και την περιουσία του για να με κάνει ό,τι ήταν κι αυτός. Δηλαδή ένα σοβαρό και πρακτικό επιστήμονα πολιτικό.
Καταλαβαίνεις τη βαθειά του απογοήτευση όταν είδε τις βιολογικές και διαμορφωτικές του προσπάθειες να πάνε χαμένες. Χωρίς να έχουμε μιλήσει ποτέ καθαρά, καταλάβαινε πως η λογοτεχνική προοπτική ήταν το μεγάλο μου πάθος. Και συννέφιαζε…
Έτυχε ο μακαρίτης να έχει φίλο γκαρδιακό ένα συνομήλικό του στρατιωτικό [εδώ ο Καραγάτσης «φωτογραφίζει» τον αντιστράτηγο Λεωνίδα Λαπαθιώτη, πατέρα του Ναπολέοντα], που ο γιος του, καλός κι ορθόδοξος ποιητής, ακολούθησε κάποιον αιρετικό σε άλλες βιοκοινωνικές του εκδηλώσεις δρόμο [αναφέρεται στην ομοφυλοφιλία του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη]. Και γεννήθηκε στη φαντασία του πατέρα μου η πλάνη πως ο κάθε νεοέλληνας λογοτέχνης πρέπει νάχει όλα τα γνωρίσματα που ξεχώριζαν το γιο του γερο-φίλου του από τους άλλους ανθρώπους. Με φώναξε λοιπόν μια μέρα και μου εδήλωσε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο:
-Το όνομα που σου έδωσα είναι ακηλίδωτο και σου απαγορεύω να το κηλιδώσεις! Δε θάχουμε στην οικογένειά μας τα ρεζιλίκια του Παυσανία [ο Καραγάτσης χρησιμοποιεί το όνομα «Παυσανίας» παραπέμποντας όμως στο όνομα του επίσης Σπαρτιάτη στρατηγού «Λεωνίδα»]!
Έσκυψα το κεφάλι με τον πρεπούμενο υικό σεβασμό:
-Να μείνετε ήσυχος. Θα πάρω ψευδώνυμο…
Κι έτσι από Ροδόπουλος γίνηκα Καραγάτσης.
Ύστερ’ από λίγο καιρό κυκλοφόρησε ο “Συνταγματάρχης Λιάπκιν” [1933]. Ο μακαρίτης αγνοούσε επισήμως το φοβερό μου στραβοπάτημα. Όταν όμως διάβασε τις κριτικές, όταν άκουσε τους επαίνους των ανίδεων για την πεισματωμένη αντίληψή του γνωστών και φίλων, άρχισε να κλονίζεται. Και μια μέρα αγόρασε το “Λιάπκιν” και τον διάβασε κρυφά. Μάλιστα κρυφά.
Και κατάλαβε. Γιατί, όπως είπαμε, ήταν άνθρωπος με ανώτερην αντίληψη, ο μακαρίτης.
Με φώναξε, λοιπόν, πάλι στο γραφείο του και μου είπε τον παρακάτω μνημειώδη λόγο:
-Κηλιδωμένο όνομα σου έδωσα και πήρες ψευδώνυμο;
Έτσι, το ψευδώνυμό μου χρωστιέται όχι σε δικό μου, αλλά σε πατρικό complexe d’ infériorité για λογαριασμό του οικογενειακού ονόματος. Με τη διαφορά πως όταν γίνηκε φανερό πως δεν υπήρχε φόβος να κηλιδώσω με την πέννα μου το όνομα των Ροδοπουλέων, ήταν πια πολύ αργά. Κι έτσι απόμεινα Καραγάτσης.
Ας όψεται ο γιος του Παυσανία [βλέπε Ναπολέων Λαπαθιώτης]…
Με φιλικούς χαιρετισμούς
Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ»
Η ευφυέστατη απάντηση του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη δημοσιεύτηκε στο μεθεπόμενο τεύχος (381) του περιοδικού Νέα Εστία (15 Απρ. 1943). Σε αυτό ο Λαπαθιώτης γράφει, μεταξύ άλλων, απαντώντας ουσιαστικά στον Καραγάτση και χαρακτηρίζοντας μεταξύ άλλων ως ακαλαίσθητο το ψευδώνυμο που επέλεξε:
«… Στο τελευταίο γράμμα του, για τα ψευδώνυμα, αφηγούμενος το πώς αναγκάστηκε να πάρη το ψευδώνυμό του, αναφέρει πρόσωπα που μου τυχαίνουν γνώριμα, και μάλλον προσφιλή: τον πατέρα του, το φίλο του πατέρα του (Παυσανία, Πελοπίδα, είτε Λεωνίδα στρατηγό), και το γιο του φίλου του πατέρα του. Κι επειδή αυτός ο γιος του φίλου του πατέρα του δε μπορεί ο ίδιος να μιλήση, θ’ αναλάβω να μιλήσω αντ’ αυτού σα να ήμουν εντελώς στη θέση του. Δεν ξέρω τίνος είδους αντιπάθεια είχε ο πατέρας του Μ. Καραγάτση για το “στραβό δρόμο” που είχε πάρει ο γιος του καλού του φίλου Λεωνίδα, αλλά, καθώς θυμάμαι, δεν του την έκανε ποτέ γνωστή, σε ιδιαίτερές τους συζητήσεις, και δε μπορώ να λησμονήσω το θερμό και πατρικό του φέρσιμο προς το γιον αυτό, τον “παραστρατημένο”, τις φορές που έτυχε να βρίσκωμαι παρών!
Κι ακόμα, ξέρω αρκετά καλά πως ο ίδιος ο στρατηγός ο Λεωνίδας ήταν, ως το τέλος της ζωής του, -κι εκείνος, κι η γυναίκα του, άνθρωποι μορφωμένοι και πολιτισμένοι- υπερήφανος για το δρόμο που πήρε το παιδί τους, μάλιστα κάπως υπερβολικά (αν κι εδώ που τα λέμε, δεν πιστεύω ν’ αρνηθή ο φίλος Καραγάτσης ότι κι οι δυο τους είχαν και λίγο δίκιο!).
Τώρα αν στις οικογενειακές τους συζητήσεις, ο πατέρας του φίλου Καραγάτση έλεγε τ’ αντίθετα (γιος και πατέρας, βέβαια, αλλιώς κουβεντιάζουν μεταξύ τους), – αυτό επίσης, δε βρίσκομαι σε θέση να το ξέρω, και το πιστεύω, όπως το λέει ο φίλος Καραγάτσης… Τόση, βλέπεις, ήταν η πνευματική διαφορά των δυο εκείνων φίλων πατεράδων (και συμ-βουλευτών, ένα διάστημα), ώστε, ενώ ο ένας είχε την αφέλεια να απαγορεύση στο παιδί του να γίνη λογογράφος για να μη μοιάση με το γιο του φίλου του, ο άλλος είχε την αντίθετην αφέλεια, όταν ο γιος του ήταν δώδεκα χρονών, να του τυπώση, σε βιβλιαράκι, από δική του εντελώς πρωτοβουλία, ένα παιδικό του δραματάκι, έμμετρο και ομοιοκατάληκτο, – τον… περίφημο “Νέρωνα τον Τύραννο”, και να το μοιράζη στους γνωστούς του…
Αλλά, στα τελευταία, θα μου πήτε, τι βγαίνει απ’ αυτή την ιστορία; Θα σας το πω κι αυτό αμέσως: Βγαίνει πως ο φίλος Καραγάτσης, μην έχοντας πρόχειρη άλλην αφορμή, βρήκε τον τρόπο, γι’ άλλη μια φορά, να ικανοποιήση αξιόλογα το, ας το πω χαριτωμένο, “βίτσιο” του, της φιλάρεσκης περιαυτολογίας, θυσιάζοντας σ’ αυτό, δίχως ίχνος τύψεως, και το γιο του φίλου του πατέρα του, -κι ακόμα και τον ίδιο τον πατέρα του, που μας τον παρασταίνει αφελέστατο και με πρωτόγονη, σχεδόν, απλοϊκότητα, ενώ τον ξέραμε, ως τώρα, σοβαρά και πολιτισμένα μορφωμένο… Χαλάλι του! Σήμερα, άλλωστε, τέτοιο είναι και της εποχής το δόγμα: Ο σκοπός ν’ αγιάζη τα μέσα! Κι εγώ, τώρα, για να τον ευχαριστήσω, υπερακοντίζω τους σκοπούς του…
Μόνο, ακόμα, που θα παρατηρήσω πως, αν ο γιος του φίλου του πατέρα του είναι ο… ανήθικος υπεύθυνος για το πάρσιμο αυτού του ψευδωνύμου του, -δεν είναι όμως, και καθόλου, υποθέτω, για τη φρικώδη ακαλαισθησία της ευρέσεως αυτού του ψευδωνύμου! Γι’ αυτήν είναι υπεύθυνος ο ίδιος, – ο ίδιος που το βρήκε, και που τόχει…
Με συγχωρείς, “Νέα” μου “Εστία”, που τόσο σ’ απασχόλησα με μιαν υπόθεση πολύ προσωπική, – αλλά. πρώτος, ο φίλος Καραγάτσης άνοιξε και τούτο το μπελά, όπως κάνει, κατ’ αρχήν, σ’ αυτές τις περιστάσεις!
Εγώ, δεν κάνω, παρά να τον κλείσω.
Εκτός αν έχη όρεξη και γι’ άλλο… Εγώ δεν έχω, – αλλά τι να κάνω! Γιατί να του χαλάσω την καρδιά;…
Φίλος σου πάντα
ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ»
-Ο πατέρας του Καραγάτση, Γεώργιος Ροδόπουλος (1860-1951), ήταν δικηγόρος και πολιτικός, με καταγωγή από την Πάτρα, αλλά εγκατεστημένος στη Λάρισα. Η μητέρα του, Ανθή Μουλούλη καταγόταν από τον Τύρναβο.
-Ο πατέρας του Ναπολέοντα, Λεωνίδας Λαπαθιώτης (1854-1942), κυπριακής καταγωγής, ήταν μαθηματικός και ανώτατος στρατιωτικός. Διετέλεσε βουλευτής το 1903-1905 και έγινε υπουργός στρατιωτικών το 1909. Η μητέρα του, Βασιλική Παπαδοπούλου, ήταν ανιψιά του Χαρίλαου Τρικούπη.
**Ο Ναπολέον Λαπαθιώτης
αυτοκτόνησε με πιστόλι, λίγους μήνες μετά τη δημοσίευση της συγκεκριμένης
επιστολής (συγκεκριμένα, αυτοκτόνησε το βράδυ της 7ης προς 8η Ιανουαρίου 1944).
Πέθανε φτωχός και καταπονημένος από τα ναρκωτικά.
Η κηδεία του έγινε με
έρανο των φίλων του.
1 σχόλιο:
Πράγματι μεγαλόψυχος ο Ναπολέων και ανώτερος.
Οι νεότερες γενιές βλέπουμε με αηδία τις χυδαίες επιθέσεις "βαρβάτων" λογίων μας
σε ισάξιους ή υπεράξιους συναδέλφους τους, με αφορμή την σεξουαλικότητα των δεύτερων..
Παλαμάς (και πόσοι άλλοι!!!) εναντίον Καβάφη...
Καραγάτσης εναντίον Λαπαθιώτη.
Ο Λαπαθιώτης είναι ένα μισο-ξεχασμένο φαινόμενο των ΝΕΛ γραμμάτων.
Έγραψε τα πρώτα του άρτια ποιήματα σε ηλικία ... 10 ετών. Και ήταν άρτια όντως.
Δημοσίευση σχολίου