25 Νοε 2016

H Αριστερά στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία Από την ίδρυση του ΚΚΚ – ΑΚΕΛ μέχρι την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ (παρουσίαση του Χρήστου Αλεξάνδρου στο Αιγαίον, Λευκωσία, 16 Νοε. 2016)

Η αριστερά στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία: από την ίδρυση του ΚΚΚ-ΑΚΕΛ μέχρι και την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ / Γιώργος Καμηλάρης. Λευκωσία: [x.o], 2016

Ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο για την πολιτική ιστορία της Κύπρου παρουσιάστηκε στις 16 Νοεμβρίου στο Αιγαίον στη Λευκωσία. Το βιβλίο παρουσίασε ο ιστορικός Χρήστος Αλεξάνδρου του οποίου η παρουσίαση παρατήσετε αυτούσια:



ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΜΗΛΑΡΗ
H  Αριστερά στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία
Από την ίδρυση του ΚΚΚ – ΑΚΕΛ μέχρι την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ
Χρήστος Αλεξάνδρου

Εν πρώτοις θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου προς τον συγγραφέα για την ευγενή του πρόσκληση να είμαι ένας εκ των  συμπαρουσιάστων του βιβλίου του, όσο  και για το γεγονός ότι μου εμπιστεύτηκε, κατά ένα μέρος,  την επιμέλεια του.
Επιτρέψετε μου όμως, και σε ένα προσωπικό τόνο, να καταθέσω ενώπιον σας και την εκτίμηση μου για τον άνθρωπο  Γεώργιο Καμηλάρη. Μια προσωπικότητα μετρημένη, σοβαρή, με αρχοντιά και  με ισχυρή αίσθηση πατρίδας,  χαρακτηριστικά που φαίνεται ότι όλο και λιγότερο τα συναντούμε στις μέρες μας. Ο κ. Καμηλάρης έγινε και η αφορμή να γνωρίσω το φιλόλογο και δάσκαλο, τον  διαχρονικό Έλληνα, κ. Στυλιανό Παπαντωνίου. Παράλειψη θα ήταν να μην μνημονεύσω και την κ. Ευφροσύνη Καμηλάρη, την αφανή ηρωίδα αυτού του πολύμοχθου βιβλίου, αφού με ιώβειο υπομονή δακτυλογράφησε ξανά και ξανά τα χειρόγραφά, όπως και των προηγούμενων βιβλίων του συζύγου της, περνώντας  ακατάπαυστα  στο κείμενο συνεχείς διορθώσεις και  μικροαλλαγές.  Θεωρώ ευτύχημα το γεγονός ότι  γνώρισα  αυτούς τους ανθρώπους και τιμή μου την εμπιστοσύνη που  μου δείχνουν.
Το παρουσιαζόμενο απόψε βιβλίο  «Η Αριστερά στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία. Από την ίδρυση του ΚΚΚ – ΑΚΕΛ μέχρι την έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ», αναπόφευκτα θα καταστεί  ένα βιβλίο αναφοράς ως προς τη μελέτη του φαινομένου της Αριστεράς στην Κύπρο, και κατ’ επέκταση της ίδιας της νεότερης ιστορίας μας. Πρόκειται για την πληρέστερη μέχρι στιγμής καταγραφή της ιστορίας της και κατά τη γνώμη μου    το πιο αντικειμενικό που κυκλοφορεί για το θέμα. Ένα βιβλίο  το οποίο δεν προέρχεται από ένα απόφοιτο σπουδών ιστορικών σπουδών, πλην όμως η δίψα και το πάθος του συγγραφέα για την ιστορική γνώση είναι πολύ μεγαλύτερη από πολλούς επαγγελματίες ιστορικούς. Διότι χωρίς το έντονο προσωπικό ενδιαφέρον, να μάθει πρώτα απ’ όλα ο ίδιος αυτήν την όχι και τόσο γνωστή ιστορία, δεν μπορεί να γραφεί ένα τέτοιο έργο.  Για αυτό και  η ποιότητα της αφήγησης του  πετυχαίνει να κεντρίζει διαρκώς το ενδιαφέρον του αναγνώστη με αποτέλεσμα ο τελευταίος, όχι απλώς να μη κουράζεται, αλλά να θέλει να συνεχίσει γρήγορα την ανάγνωση για να δει πως εξελίχτηκαν τα πράγματα.
 Η αφήγηση ξεκινά από την εκκόλαψη των πρώτων σοσιαλιστικών πυρήνων στη Λεμεσό στις αρχές της δεκαετίας του 1920, με πρωτεργάτες τον Γιάγκο Ηλιάδη, τον Πάνο Φασουλιώτη, τον Λεωνίδα Στρίγγο, τον Δημήτρη Χρυσοστομίδη κ.ά. Η πρώτη αυτή ομάδα ίδρυσε στα τέλη του 1922 το Κυπριακό Εργατικό Κόμμα με επικεφαλής το Φασουλιώτη και εκφραστικό όργανο την εφημερίδα «Πυρσός». Τα πρώτα τους βήματα  χαρακτηρίζονται  από διλλήματα και έριδες ως προς το προσανατολισμό που θα έπρεπε να έχει το νεοσύστατο κόμμα, μιας και σε αυτό περιλαμβάνονταν διαφόρων τάσεων άνθρωποι.  Αν  δηλαδή το κόμμα  θα ήταν επαναστατικό, βάση των  μαρξιστικών – λενινιστικών  προτύπων ή αν θα ακολουθούσε μια μεταρρυθμιστική σοσιαλιστική οδό. Συναφής με αυτήν την έριδα ήταν και η διαφορά αν θα προσδενόνταν στο Εργατικό Κόμμα της Αγγλίας ή όχι. Μια θέση που υποστήριζε κατά τρόπο μαχητικό ο Φασουλιώτης, ο οποίος και προσπάθησε να την υλοποιήσει. Τελικά, οι – ας τους πούμε μετριοπαθείς – θα ηττηθούν και θα απομακρυνθούν επικρατώντας οι της «ορθόδοξης» γραμμής.
Η απομάκρυνση όμως του Φασουλιώτη και της ομάδας του δεν επιφύλλασσε μια πιο ομαλή πορεία για το κόμμα αλλά διάφορες ατυχίες και προβλήματα το κρατούσαν καθηλωμένο, με αποτέλσμα να  αποφασιστεί η  ίδρυση ένός  καινούργιου κόμματος. Έτσι φτάνουμε στο συνέδριο της 15 Αυγούστου του 1926 στην Λεμεσό, το οποίο διεξήχθη κάτω από συνωμοτικές συνθήκες δια τον φόβο των αρχών, και την γένεση του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου, με καταστατικό, ιεραρχία, θέσεις κ.ά. Εκφραστικό του όργανο υπήρξε η εφημερίδα «Νέος Άνθρωπος». Επικεφαλής της όλης προσπάθειας ανέλαβε  ο Κώστας Χριστοδουλίδης Σκελέας, ενώ για την ανάγκη προετοιμασίας τους ιδρυτικού συνεδρίου, έφτασε ως καθοδηγητής από την Ελλάδα,  ο κυπριακής καταγωγής, έμπειρο στέλεχος του ΚΚΕ, Κώστας Βατυλιώτης.  
Το ΚΚΚ διεγράψε μια καλή σχετικά πορεία τα επόμενα χρόνια. Προσπάθησε να επεκταθεί και σε άλλες πόλεις, να αναπτύξει τον συνδικαλισμό, ανέλαβε μορφωτικές πρωτοβουλίες, ενώ  έλαβε μέρος και στις δημοτικές εκλογές, όχι σε όλους τους δήμους και όχι με πλήρη ψηφοδέλτια. Όλα αυτά μέχρι τον Οκτώβριο του 1931, αφού αμέσως μετά  την εξέγερση, τα γνωστά «οκτωβριανά», το κόμμα δέχθηκε από τους αποικιοκράτες πολύ ισχυρά πλήγματα που ουσιαστικά το εκμηδένισαν. Η δύναμη του την περίοδο 1926-1931, βάσει των ενδείξεων που έχουμε, κυμαινόταν μεταξύ 10% και 15%.
Δεν θα ήθελα όμως να  επεκταθώ άλλο στην εξιστόρηση των γεγονότων, τα οποία θα τα βρείτε σε πλήρη παράθεση στο βιβλίο, αλλά να σταθώ σε δύο σημαντικές παραμέτρους, δύο βασικά σημεία, ανάμεσα ασφαλώς σε αρκετά άλλα, όπως τα αναδεικνύει και η εξιστόρηση του συγγραφέα.
Το πρώτο είναι το γεγονός ότι το νεαρό κόμμα, όπως και το Κυπριακό Εργατικό, πλην όμως με λιγότερη σαφήνεια και επιμονή σε σχέση με το ΚΚΚ, δεν υιοθέτησε το εθνικό αίτημα για Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, αλλά υποστήριζε την  εγκαθίδρυση στο νησί μιας αυτόνομης σοβιετικής δημοκρατίας. Η θέση αυτή είχε να κάνει με την απόφαση της Γ΄ Διεθνούς για δημιουργία μιας δεύτερης Σοβιετικής Ένωσης στα Βαλκάνια, στην οποία, σύμφωνα με τη θέληση των τότε Κυπρίων Κομμουνιστών θα ανήκε και το νησί μας. Είναι στο πλαίσιο της ίδιας πολιτικής που λίγο νωρίτερα, το ΚΚΕ τάχθηκε υπέρ της  αυτονόμησης της Μακεδονίας και της Θράκης. Επρόκειτο για μια απόφαση του Διεθνούς Κομμουνισμού, ουσιαστικά της Μόσχας, η οποία ίσχυσε μέχρι το 1935, οπόταν ακυρώθηκε από τον Στάλιν ως κίνηση καλής θέληση προς τη Δύση ενόψει της επερχόμενης σύγκρουσης με τη ναζιστική Γερμανία.
Η θέση αυτή του ΚΚΚ, σε συνδυασμό και με την έντονα αντιεκκλησιαστική του ρητορική, επισώρευσε μεγάλη  αντιπάθεια και πολεμική εναντίον του, και καταφανώς περιόρισε  το εκτόπισμα του. Όσο αντεθνικό και αν ακουγόταν τότε, αλλά και σήμερα, και χωρίς να θέλω να το δικαιολογήσω, η θέση για σοβιετοποίηση και αυτονόμηση της Κύπρου αντί της Ένωσης,  θα πρέπει να  προσεγγιστεί  μέσα από τις  διεθνείς ιστορικές συγκυρίες της εποχής. Δηλαδή του οράματος μιας μεγάλης επανάστασης η οποία επαγγελλόταν τη συνολική αναθεμελίωση των ανθρώπινων κοινωνιών, την κατάργηση της εκμετάλλευσης και της ανισότητας, καθώς και την κατάργηση των εθνών, τα οποία θεωρούσε πηγή δεινών. Μιας επανάστασης η οποία  είχε ήδη κάνει το πρώτο μεγάλο της βήμα, πετυχαίνοντας να καλύψει το ένα τέταρτο περίπου της οικουμένης, ενώ  ο  αναβρασμός  της επικρατούσε σε πολλά άλλα μέρη της γης. Η προοπτική της επέκτασης της παγκόσμια,  ηχούσε πολύ πιο πιστευτή και ρεαλιστική από ότι τις επόμενες δεκαετίες, με αποτέλεσμα οι τότε κομμουνιστές να βλέπουν τους εαυτούς τους λίγο πολύ ως οργανικό κομμάτι της επερχόμενης επανάστασης. Να ληφθεί ακόμη  υπόψη ότι δεν είχαν γίνει γνωστές οι αδυναμίες της, δεν είχε αμαυρωθεί με  μεγάλα εγκλήματα, όπως εκείνα που θα διέπραττε λίγο αργότερα ο Στάλιν, ενώ δεν είχε συνηδειτοποιηθεί ο ουτοπισμός των στόχων της, όπως αυτός γίνεται  σήμερα κατανοητός.
Το δεύτερο  σημείο αφορά το ΑΚΕΛ και την άκρως επιτυχημένη εμφάνιση του τον Απρίλιο του 1941. Επρόκειτο για μια πολύ  δυναμική είσοδο στο ιστορικό προσκήνιο, πολύπλευρή, και με μεγάλη προοπτική. Μια πραγματικότητα η οποία πιστοποιήθηκε δύο μόλις χρόνια αργότερα, στις δημοτικές εκλογές του 1943, τις πρώτες  μετά τα «οκτωβριανά». Στις εκλογές αυτές, οι μισοί σχεδόν από τους ψηφίσαντες επέλεξαν τους υποψήφιους του ΑΚΕΛ, κάτι το οποίο συνέβηκε και στις επόμενες αναμετρήσεις για τους δήμους, αν και με μερική κάμψη σε εκείνες του 1949 και του 1953.
Η δυναμική είσοδος του ΑΚΕΛ στην πολιτική ιστορία του τόπου οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό σε μια ικανή και  χαρισματική  προσωπικότητα, που δεν είναι άλλη από τον Πλουτή Σέρβα. Ο Σέρβας έφτασε στην Κύπρο το 1935 και αμέσως ανέλαβε την ηγεσία του αποδεκατισμένου ΚΚΚ. Ουσιαστικα το κόμμα καθόλη την διάρκεια αυτής της δικτατορευόμενης μαύρης δεκαετίας δεν υφίστατο. Οι απηνής διώξεις και η κατασταλτική πολιτική των Άγγλων δεν είχαν αφήσει ενεργές παρά κάποιες παράνομες ολιγομελείς ομάδες, σκόρπιες και  χωρίς επαφή μεταξύ τους. Υπολογίζεται ότι  οι παρανένοντες   εν ενεργεία   κομμουνιστές σε όλη την Κύπρο δεν ξεπερνούσαν τους 100 με 150. Η δράση τους δεν ήταν άλλη από την σποραδική ρήξη φυλλαδίων, την αναγραφή συνθημάτων και άλλα συναφη. Ο Σέρβας όμως στις αρχές του 1937 διέβλεψε την δυνατότητα ανάπτυξης της κομμουνιστικής ιδέας μέσα από την ίδρυση συντεχνιών, την λειτουργεία των οποίων οι Άγγλοι επέτρεπαν. Έτσι έστρεψε όλη του την ενέργεια στην ίδρυση συντεχνιών οι οποίες άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο ελέγχονταν και  καθοδηγούνταν από κομμουνιστές. Έτσι, στα επόμενα τρια χρόνια ιδρύθηκαν από το μηδέν δεκάδες τοπικές εργατικές ενώσεις σε όλη την Κύπρο.  Όταν λοιπόν εμφανίστηκε το ΑΚΕΛ βρήκε έτοιμη μια μαγειά τεσσάρων έως πέντε χιλιάδων εργατών οι οποίοι του έδωσαν σάρκα και οστά. Ταυτόχρονα, ο Σέρβας ξεκίνησε από τις δημοτικές του ΄43 τις περίφημες συνεργασίες του ΑΚΕΛ με ανθρώπους μη κομμουνιστές, αλλά ανεκτικούς ή και συμπαθούντες το κόμμα και την ιδεολογία του. Ας μη ξεχνούμε ότι και η ίδρυτική του πράξη τον Απρίλιο του 1941 στη σύσκεψη της Σκαρίνου, έγινε από κοινού με νέους προοδευτικούς αστούς, όπως τους ονόμαζαν, όπως το Γεώργιο Βασιλειάδη, τον Γιώργο Λαδά κ.ά. Βέβαια η ομάδα αυτή των «προοδευτικών αστών» βαθμιαία αλλά γρήγορα αποχώρησε από το κόμμα. Η ευφυής όσο και με πολλαπλά οφέλη  αυτή τακτική συνεχίζεται  από καταγωγής του ΑΚΕΛ  μέχρι και σήμερα, γνωστή τις τελευταίες δεκαετίες ως «Αριστερά - Νέες Δυνάμεις». Ιδιαίτερα όμως εκείνα τα χρόνια συνέβαλε στο να μη περιθωριοποιειθεί το ΑΚΕΛ, όπως συνέβηκε με το ΚΚΚ, αλλά να καταστεί η κυρίαρχη όσο και η πιο σταθερή πολιτική δύναμη για εκείνα τα χρόνια.
Άλλη μια επιλογή η οποία συνέβαλε πολύ στην επιτυχία του ΑΚΕΛ, ήταν η υιοθέτηση, όχι χωρίς εσωκομματικά πρόβλήματα, του παλαϊκού αιτήματος για Ένωση. Η ξεκάθαρη, αταλάντευτη και μαχητική του δράση υπερ της Ένωσης, μέχρι του σημείου  να συναγωνίζεται με την Δεξιά ποιός ήταν ο πιο ενωτικός, αναμφίβολα συνέβαλε στην επιτυχημένη του  πορεία. Στο πλαίσιο αυτό είναι αποκαλυπτικές λόγου χάρι οι προσπάθειες του να υπερασπιστεί την ελληνικότητα του τόπου έναντι των αμβισβητήσεων των Άγγλων, αλλά και το γεγονός ότι το ενωτικό δημοψήφισμα του Ιανουαρίου του 1950 ξεκήνισε ως ιδέα του ΑΚΕΛ.
Τέλειώνοντας, θα μπορούσαμε να ρωτήσουμε: γιατί σήμερα το ΑΚΕΛ, δια της αποσιώπησης, ουσιαστικά αρνείται αυτές τις σελίδες της ιστορίας του,  το ενωτικό του παρελθόν; Αυτό όμως είναι ένα άλλο κεφάλαιο το οποίο δεν εμπίπτει  στην χρονική περίοδο που καλύπτει το βιβλίο. Ευελπιστούμε όμως να το συζητήσουμε σύντομα όταν,  κύριε Καμηλάρη,  θα βγεί ο επόμενος τόμος.

Σας ευχαριστώ πολύ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: