Ο Γάλλος
συγγραφέας Ντανιέλ Πενάκ (Daniel Pennac, 1944- ) εξέδωσε το 1992 το βιβλίο του
«Σαν ένα μυθιστόρημα» (Comme un roman) μέσα από το οποίο προσπάθησε να εξηγήσει τη στάση των παιδιών από τη
νηπιακή τους ηλικία μέχρι την εφηβεία και την ενηλικίωση, απέναντι στο βιβλίο
και την ανάγνωση. Είμαι σίγουρος πως αν ο συγγραφέας έβγαζε σήμερα μια
αναθεωρημένη έκδοση θα συμπεριλάμβανε και αρκετές σελίδες που αφορούν τη σχέση
των παιδιών με το διαδίκτυο (το οποίο δεν ήταν ευρέως διαδεδομένο όταν γραφόταν
το βιβλίο), τα ηλεκτρονικά βιβλία κ.α.
Μέσα από τα
κεφάλαια του βιβλίου ο Πενάκ αναλύει την γέννηση του αναγνώστη από τη νηπιακή
του ηλικία («Γέννηση του αλχημιστή»), μας δίνει το δικό του δόγμα («Πρέπει να
διαβάζουμε»), παροτρύνει τους γονείς και τους δασκάλους να δώσουν στα παιδιά
βιβλία να διαβάσουν («Δώστε τους να διαβάσουν») και καταλήγει με τα 10
δικαιώματα του αναγνώστη («Το τι θα
διαβάσει ο κόσμος (ή: τα απαράγραπτα δικαιώματα του αναγνώστη»)).
Σύμφωνα με τον
συγγραφέα τα δικαιώματα του αναγνώστη είναι τα ακόλουθα:
1. Το δικαίωμα να μη διαβάζουμε
2. Το δικαίωμα να πηδάμε σελίδες
3. Το δικαίωμα να μην τελειώνουμε ένα
βιβλίο
4. Το δικαίωμα να ξαναδιαβάζουμε
5. Το δικαίωμα να διαβάζουμε οτιδήποτε
6. Το δικαίωμα στον μποβαρισμό
(ασθένεια που μεταδίδεται κειμενικώς)
7. Το δικαίωμα να διαβάζουμε οπουδήποτε
8. Το δικαίωμα να τσαλαβουτάμε
9. Το δικαίωμα να διαβάζουμε μεγαλόφωνα
10. Το δικαίωμα να σωπαίνουμε
Για τη
δικαιολογία που προτάσσουν πολλοί – ότι δεν έχουν χρόνο για διάβασμα ο
συγγραφέας γράφει:
«Που
να βρει κανείς καιρό να διαβάσει;
Σοβαρό
πρόβλημα.
Που
δεν υφίσταται.
Απ΄
τη στιγμή που τίθεται θέμα χρόνου, σημαίνει ότι δεν υπάρχει διάθεση∙ γιατί, αν
το εξετάσουμε καλύτερα, κανένας δεν έχει ποτέ καιρό να διαβάσει – ούτε οι
μικροί, ούτε οι έφηβοι, ούτε οι μεγάλοι. Η ζωή είναι ένα διαρκές εμπόδιο στο
διάβασμα.
- Να διαβάσω; Πολύ θα το ‘θελα, αλλά
η δουλειά, τα παιδιά, το σπίτι… δεν τα προλαβαίνω πια…
- Πως σε ζηλεύω που προλαβαίνεις να
διαβάζεις!
Και
γιατί αυτή η γυναίκα που εργάζεται, κάνει ψώνια, μεγαλώνει παιδιά, οδηγεί το
αυτοκίνητό της, αγαπάει τρεις άντρες, πάει στον οδοντίατρο, μετακομίζει την
ερχόμενη βδομάδα, γιατί αυτή η γυναίκα βρίσκει καιρό να διαβάσει, κι εκείνος ο
εισοδηματίας εργένης, που σχεδόν δεν βγαίνει από το σπίτι του, δε βρίσκει;
Ο
χρόνος για να διαβάσεις, είναι πάντα κλεμμένος χρόνος. (Όπως, άλλωστε, κι ο
χρόνος για να γράψεις ή για ν’ αγαπήσεις.)»
Για το αν
υπάρχουν καλά και κακά μυθιστορήματα αναφέρει:
«… ας πούμε ότι υπάρχει κάτι που θα ονομάσω
«βιομηχανική λογοτεχνία», η οποία αρκείται ν’ αναπαράγει επ’ άπειρον τους
ίδιους τύπους αφηγημάτων, αραδιάζει τις κοινοτυπίες με τη σέσουλα, εμπορεύεται
τα ευγενικά αισθήματα και τις έντονες συγκινήσεις, αρπάζει όλες τις δικαιολογίες
που προσφέρει η επικαιρότητα για να εκδώσει ένα περιστασιακό μυθιστόρημα,
επιδίδεται σε «μελέτες αγοράς» για να πλασάρει ανάλογα με τις «μετρήσεις» , τον
τάδε τύπο «προϊόντος», που υποτίθεται ότι θα συναρπάσει την τάδε κατηγορία
αναγνωστών.
Αυτά, δεν υπάρχει αμφιβολία, είναι «κακά»
μυθιστορήματα.
Γιατί; Γιατί δεν είναι αποτέλεσμα δημιουργίας,
αλλά αναπαραγωγής προκαθορισμένων «μορφών»∙ γιατί είναι επιχειρήσεις
απλούστευσης (δηλαδή, ψεύδους), ενώ το μυθιστόρημα είναι τέχνη αλήθειας (δηλαδή
πολυπλοκότητας)∙ γιατί, κολακεύοντας τους αυτοματισμούς μας, αποκοιμίζουν την
περιέργειά μας∙ τέλος (και κυρίως), γιατί ούτε ο συγγραφέας βρίσκεται μέσα σ’
αυτά, αλλά ούτε και η πραγματικότητα που ισχυρίζεται ότι μας περιγράφει.»
Από το
οπισθόφυλλο:
Αιώνιο το
παράπονο δασκάλων και γονιών: Τα σημερινά παιδιά δε διαβάζουν – ούτε καν
μυθιστορήματα! Τι να φταίει άραγε; Η τηλεόραση, το βίντεο, το κομπιούτερ, ή
μήπως οι ίδιοι οι γονείς; Ή, ακόμα χειρότερα, το ίδιο το σχολείο;
Πατέρας και
καθηγητής κι ο ίδιος, ο Ντανιέλ Πενάκ, ένας από τους πιο πετυχημένους
συγγραφείς της νέας γενιάς στη Γαλλία, με άλλα τρία μπεστ-σέλερ στο ενεργητικό
του, με πολύ χιούμορ και κατανόηση, προσπαθεί να εξηγήσει πώς έφτασαν εκεί τα
πράγματα, πώς μια γενιά στην οποία απαγόρευαν το διάβασμα, «γιατί θα χαλάσουν
τα μάτια σου», τη διαδέχτηκε μια γενιά για την οποία το διάβασμα είναι
αγγαρεία. Και μας θυμίζει κάτι που όλοι έχουμε ξεχάσει και που δεν καταφέραμε
να κάνουμε τα παιδιά μας να καταλάβουν: ότι η ανάγνωση, πρώτα και κυρίως, είναι
απόλαυση.
Μια πρόταση
λοιπόν, ένα χαρούμενο μήνυμα ελπίδας, ένα βιβλίο που δε στέκεται μόνο στις
υποχρεώσεις του αναγνώστη απέναντι στο βιβλίο, αλλά υπογραμμίζει και τα
δικαιώματά του· ένα δροσερό διάλειμμα από τις συνηθισμένες μελέτες και τα
χιλιοεπαναλαμβανόμενα δοκίμια για το τόσο σκοτεινό και ανεξιχνίαστο εκείνο
πρόσωπο: τον σημερινό έφηβο και τα προβλήματά του!
Σαν ένα
μυθιστόρημα / Ντανιέλ Πένακ; Ρένα Χατχούτ (μετ). Αθήνα: Καστανιώτης, 2000.
[τίτλος πρωτοτύπου: Comme un roman / Daniel Pennac]
(Το μυθιστόρημα
κυκλοφόρησε στα γαλλικά το 1992 και μεταφράστηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά το
1996 από τις εκδόσεις Καστανιώτη)
1 σχόλιο:
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον, ιδωμένο βέβαια από τη σκοπιά της εξασφαλισμένης αναγνωστικής συμπεριφοράς! Δυστυχώς, συχνά αυτό είναι το ζητούμενο, τουλάχιστον σ' εμάς, αλλά όχι μόνο. Έτσι το αντιμετώπισα και στην παρουσίαση του βιβλίου "Η αναγκαιότητα της ανάγνωσης" του Νίκου Σιδέρη.
Δημοσίευση σχολίου