14 Απρ 2022

Sully Prudhomme και Κωστής Παλαμάς

 

Συλί Προυντόμ και Κωστής Παλαμάς

Ο Γάλλος ποιητής και δοκιμιογράφος Συλί Προυντόμ (Sully Prudhomme 1839-1907), ήταν ο νικητής του πρώτου Βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1901.
Ο Προυντόμ αρχικά σπούδασε για να γίνει μηχανικός αλλά άλλαξε τα ενδιαφέροντά του προς τη φιλοσοφία και την ποίηση. Δήλωσε πως ο σκοπός του ήταν να δημιουργήσει επιστημονική ποίηση για την μοντέρνα εποχή. Ως χαρακτήρας ήταν συνειδητοποιημένος και μελαγχολικός και ήταν μέλος της Παρνασσισμού, αν και την ίδια στιγμή το έργο του επιδεικνύει χαρακτηριστικά αμιγώς δικά του.


Ποιήματά του Συλί Προυντόμ μετάφρασε στα ελληνικά ο Κωστής Παλαμάς στο βιβλίο "Ξανατονισμένη Μουσική", (Εστία, 1930). 

Στο συγκεκριμένο βιβλίο ο Παλαμάς μεταφράζει τα ποιήματα του Sully Prudhomme: 
Ένας ανθρωπάκος - Ο άπιστος - Δείλιασμα - Τα καράβια και οι κούνιες - Θεός αν είμουν - Το ραγισμένο ανθογυάλι - Η ώρα που είσαι - Εδώ κάτου - Το ιδανικό - Η τέχνη λυτρωμός - Η ζωή από μακρυά - Ο δολοφονημένος έρωτας - Στους ποιητές που θάρθουν - Η φιλοσοφία - Έρωτες της γης - Οι άπιστοι - Το πάλεμα - Ο ξένος - Τα φτερά - Φθινοπωρινή λύπη - Που πάνε; - Στον πόθο - Το παιδί που πεθαίνει - Η τρελή - Η χαρά - Αν ήξερες - Ερωτόγερμα - Οι αλυσίδες - Στην αιωνιότητα - Τα χάϊδια.

 

Το πρωτότυπο ποίημα "Που πάνε" στα γαλλικά:

Où vont-ils?
Ceux qui sont morts d’amour ne montent pas au ciel
Ils n’auraient plus les soirs, les sentiers, les ravines,
Et ne goûteraient pas, aux demeures divines,
Un miel qui du baiser pût effacer le miel.
Ils ne descendent pas dans l’enfer éternel:
Car ils se sont brûlés aux lèvres purpurines,
Et l’ongle des démons fouille moins les poitrines
Que le doute incurable et le dédain cruel.
Où vont-ils? Quels plaisirs, quelles douleurs suprêmes
Pour ceux-là, si les cœurs au tombeau sont les mêmes,
Passeront les douleurs et les plaisirs sentis?
Comme ils ont eu l’enfer et le ciel dans leur vie,
L’infini qu’on redoute et celui qu’on envie,
Ils sont morts jusqu’à l’âme, ils sont anéantis.
(Sully Prudhomme, Les Épreuves, 1866)
 
Η μετάφραση του Κωστή Παλαμά:

Πού πάνε;
Όσοι χαθούν από έρωτα, στον ουρανό δεν πάνε.
Τις ρεματιές, τα μονοπάτια, τις βραδιές δέ θάχουν,
και μέλι στης παράδεισος δέ θα χαρούν τη γλύκα
που να τους κάμη του φιλιού το μέλι να ξεχάσουν.
Στον Άδη τον παντοτεινό δεν κατεβαίνουν, ούτε.
Τί κάηκαν απ' τα κόκκινα χείλια, και του δαιμόνου
το νύχι δεν τους τα τρυπάει τα σωθικά στον Ά Άδη
σαν την αγιάτρευτη υποψία και σαν τα καταφρόνια
σκληρά...Πού πάνε; Ποιές χαρές υπέρτατες, ποιοί πόνοι,
κι αν απομένουν οι καρδιές και μεσ' τους τάφους ίδιες,
θα ξεπεράσουν και χαρές και πόνους που αισθανθήκαν;
Μια που όλα τα είχανε στη ζωή, τον ουρανό, τον Άδη,
τ'απέραντα που αποθυμάς, τ'απέραντα που τρέμεις,
χάνονται, πάνε σύψυχοι· στο τίποτε περνάνε.
(Κωστής Παλαμάς Ξανατονισμένη Μουσική, 1930)

 
Το πρωτότυπο ποίημα "Το παιδί που πεθαίνει" στα γαλλικά:
 
Dernières vacances
Heureux l'enfant qui meurt dans sa septième année
Avant l'âge où le cœur doit saigner pour jouir ;
Qui meurt de défaillance, en regardant bleuir
Sous les orangers d'or la Méditerranée!
On ne tient plus son âme aux leçons enchaînée,
Et, libre de s'éteindre, il croit s'épanouir.
Plus de maîtres ! C’est lui qui se fait obéir,
Et sa mère est pour lui comme une sœur aînée.
 
Par sa faiblesse même il fait céder les forts ;
Il prend ce qu'il désire avant qu'on le lui donne,
Et sa pâleur l'absout avant qu'on lui pardonne.
Indocile et choyé, paresseux sans remords,
C'est en suivant des yeux la fuite d'un navire
Qu'un soir, pendant qu'il rêve un voyage, il expire.
(Sully Prudhomme, Les Épreuves, 1866)
 

Η μετάφραση του Κωστή Παλαμά:
 

Το παιδί που πεθαίνει
Ευτυχισμένο το παιδί που εφτά χρονώ πεθαίνει
προτού για την απόλαψη να ματωθή η καρδιά του.
Πεθαίνει από μαράζωμα μιά θάλασσα κοιτώντας
ανάμεσ' από τις χρυσές πορτοκαλλιές, γαλάζια.
Δεν του κρατάν πια την ψυχή στο μάθημα δεμένη,
κ' ελεύθερο για να σβυστή, πιστεύει πως ανθίζει.
Δεν το βαραίνει δάσκαλος, προστάζει και το ακούνε,
σα μεγαλύτερη αδερφή στο πλάϊ του στέκει η μάννα.
Τους δυνατούς η αρρώστια του ν' αποτραβιένται κάνει,
παίρνει ό,τι αν επιθυμεί, προτού να του το δώσουν.
Το συμπαθά η χλωμάδα του πρίν το σχωρέσουν οι άλλοι.
Χαϊδεμένο, ανυπόταχτο, ξέγνοιαστα οκνό, ένα βράδι
το δρόμο κάποιου καραβιού καθώς ακολουθούνε
τα μάτια του, κ' ένα ταξίδι ονειρεύεται, σβύνει.
(Κωστής Παλαμάς, Ξανατονισμένη Μουσική, 1930)

 
Ο Κωστής Παλαμάς, έγραψε το 1907, τη χρονιά δηλαδή θανάτου του Sully Prudhomme ένα δικό του ποίημα αφιερωμένο στον Γάλλο συνάδελφό του:

Sully Prudhomme
Μόλις το μνήμα σ’ έκλεισε, και πριν ακόμα φτάσει
απάνου από το μνήμα σου να ξεφυτρώσ’ η χλόη,
μια Μούσα ήρθε και κάθισε στο μνήμα σου αποπάνω·
Πολύμνια τάχα ή Ερατώ, Καλλιόπη γιά Ουρανία;
 
Πολύμνια μήτε, ουδ’ Ερατώ, Καλλιόπη ή Ουρανία.
Δεν ξέρω αν είχε κι όνομα, κορόνα δε φορούσε,
μια Μούσα, και δεν έλαμπε και λύρα δεν κρατούσε,
αστόλιστη κι αφάνταχτη, στα γκρίζα τυλιμένη,
κι έσφιγγε το ’να χέρι της γραμματικού κοντύλι,
 
σ’ ένα δεφτέρι σκύβοντας, και δεν καλονοούσες,
δουλεύτρα του λογαριασμού κι αν ήτανε ή του στίχου.
Και τ’ άλλο χέρι αγκάλιαζε δροσάτους μενεξέδες
και τόσο βαθιογάλαζους που φαντάζανε μαύροι.
Μα η δύναμη στα μάτια της, και η χάρη στο γραμμένο
 
στόμα με τα χειλάκια του, τρεμουλιαστό μπουμπούκι
κι ανήσυχο και σιγαλό, σαν όλα τα μεγάλα
του κόσμου αργορωτήματα, δίχως απόκριση όλα.
Μα η δύναμη στα μάτια της που βλέπαν και δε βλέπαν,
στα μάτια τα λυπητερά, δακρυοπνιμένα μάτια,
 
που φέγγαν μύρια αχνόφεγγα και χρώμα λες δεν είχαν,
και αφίλητα και ακοίμιστα και πάντα γυρισμένα
στον ουρανό το μέσα μας πιο απέραντο απ’ τον άλλο…
Ω Μούσα, εσύ των είκοσι χρονώ μου η ερωμένη!
Και κάτω από τα πόδια της τα κουρασμένα, ω ξένη,
τώρα η ζωή μου σα γρικά να τρίζουνε τα φύλλα
τα χρυσά του χινόπωρου, δε σε ξεχάνει, ω Μούσα!
 (Κωστή Παλαμά, Άπαντα, τόμος 5ος., εκδ. Μπίρη, 1972)
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: