2 Απρ 2020

Blindness (Περί Τυφλότητας) του José Saramago, η κινηματογραφική τιανία


Η κινηματογραφική ταινία - θρίλερ Blindness (του 2008) είναι βασισμένη στο εκπληκτικό μυθιστόρημα «Περί τυφλότητας» του Πορτογάλου συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου (José Saramago, 1922 - 2010).

Η ιστορία αναφέρεται σε μια φανταστική μεταδοτική ασθένεια τύφλωσης, μια επιδημία που προσβάλει τους κατοίκους μιας μεγαλούπολης. 

Οι «μολυσμένοι» τυφλοί απομονώνονται σε μια κλινική-φυλακή χωρίς καθόλου περίθαλψη και αναγκάζονται να επιβιώσουν μόνοι τους σε ένα σκληρό και χαοτικό περιβάλλον όπου επικρατούν άλλοι νόμοι που προσομοιάζουν περισσότερο με αυτούς της ζούγκλας.

Μαζί με τους ασθενείς είναι και ένας οφθαλμίατρος ο οποίος επίσης έχει τυφλωθεί καθώς και η σύζυγός του, η οποία είναι και η μοναδική, ανάμεσα στους εκατοντάδες έγκλειστους, που βλέπει και η οποία φαίνεται να έχει κάποιου είδους ανοσία στη συγκεκριμένη ασθένεια. Η συγκεκριμένη γυναίκα χρησιμοποιώντας το πλεονέκτημα της όρασης αναλαμβάνει ηγετικό ρόλο ανάμεσα στη κοινότητα των τυφλών.
Η υπόθεση ξεκινά με τον ασθενή νούμερο ένα ο οποίος τυφλώνεται εντελώς ξαφνικά ενώ οδηγεί και μολύνει όλους όσους έρθουν σε επαφή μαζί του οι οποίοι με τη σειρά τους μολύνουν άλλους…
Ο Σαραμάγκου μας δείχνει μέσα από αυτή την ιστορία, πόσο εύκολα μπορεί να αποδιοργανωθεί μια κοινωνία και πόσο εύκολα μπορούν να βγουν προς τα έξω τα ζωώδη ένστικτα του ανθρώπου.

Πρόκειται για μια Καναδοβραζιλιάνικη ταινία σε σκηνοθεσία Φερνάντο Μεϊρέλες (Fernando Meirelles).
Σύμφωνα με την Παραγωγή, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων πολλοί από τους ηθοποιούς φορούσαν φακούς επαφής που εμπόδιζαν την όρασή τους ώστε να μπορέσουν να αποδώσουν πιο  πειστικά τον ρόλο τους.

Πρωταγωνιστούν οι: Τζούλιαν Μουρ, Γκαέλ Γκαρσία Μπενράλ, Μαρκ Ράφαλο, Ντάνι Γκλόβερ, Άλις Μπράγκα.

Από το Δελτίο Τύπου της ταινίας
"Δεν πιστεύω ότι χάνουμε το φως μας. Πιστεύω πως ανέκαθεν ήμασταν τυφλοί. Τυφλοί, μα που βλέπουν. Άνθρωποι που έχουν όραση, μα δεν βλέπουν πραγματικά" (Ζοζέ Σαραμάγκου)

Κινηματογραφική μεταφορά του διάσημου βιβλίου "ΠερίΤυφλότητος" του νομπελίστα συγγραφέα Ζοζέ Σαραμάγκου, από τον Βραζιλιάνο σκηνοθέτη Φερνάντο Μεϊρέλες ("Η Πόλη του Θεού", "Ο Επίμονος Κηπουρός"), που άνοιξε το Φεστιβάλ Κανών 2008. Με ένα all star καστ που περιλαμβάνει τους Τζούλιαν Μουρ, Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Μαρκ Ράφαλο, Ντάνι Γκλόβερ, ο δημιουργός δίνει ζωή σε μια εμπνευσμένη ιστορία, όπου η ανθρωπότητα βρίσκεται υπό την πολιορκία μιας θανατηφόρας επιδημίας που την αποδεκατίζει.
Ο Βραζιλιάνος σκηνοθέτης Φερνάντο Μεϊρέλες ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Σκηνοθεσίας το 2004 για την ταινία "Η Πόλη του Θεού". Η βραζιλιάνικη συμπαραγωγή της εταιρείας του Βάλτερ Σάλες ήταν επίσης, την ίδια χρονιά, υποψήφια για Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου, φωτογραφίας και μοντάζ, ενώ απέσπασε περισσότερα από πενήντα διεθνή κινηματογραφικά βραβεία.

Το τρέιλερ της ταινίας

Λίγα λόγια για την παραγωγή
Ήταν πολλοί οι σκηνοθέτες και οι παραγωγοί που κατά καιρούς ενδιαφέρθηκαν να μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη το βιβλίο του Σαραμάγκου. Μετά την έκδοσή του το 1996 και τη μεγάλη επιτυχία του, ο Καναδός σεναριογράφος και σκηνοθέτης Ντον Μακέλαρ, δημιουργός του φιλμ "Τελευταία Νύχτα του Κόσμου" και ήδη λάτρης των βιβλίων του συγγραφέα, άρχισε να κυνηγά το ενδεχόμενο να γίνει η ταινία. Γνώριζε ότι δεν ήταν καθόλου εύκολο και ότι ο Σαραμάγκου πολλές φορές είχε αρνηθεί τις προτάσεις για κινηματογραφική μεταφορά. "Αρνιόμουν πάντα να δώσω τα δικαιώματα του βιβλίου, επειδή είναι ένα βίαιο βιβλίο για την κοινωνική εξαχρείωση. Δεν ήθελα να πέσω σε λάθος χέρια" είπε ο ίδιος ο συγγραφέας στους Times της Νέας Υόρκης το 2007.

Έκπληξη αποτέλεσε για τον Μακέλαρ και τον παραγωγό Νιβ Φίτσμαν το γεγονός ότι ο Σαραμάγκου, μετά από επιμονή του, δέχτηκε να τους δει στο σπίτι του στο Lanzarote στις Καναρίους Νήσους όπου διέμενε. Δεν επρόκειτο να του μιλήσουν για το πώς τους φάνηκε το βιβλίο, ή το όραμά τους για την ταινία, αλλά ήθελαν να τον ακούσουν και να του μεταφέρουν την δημιουργική ελευθερία της ομάδας τους. Αυτό που φάνηκε ήταν ότι ο συγγραφέας φοβόταν πως ένα στούντιο θα έκανε μια ταινία-ζόμπι και ότι θα χανόταν η θεμελιώδης πολιτική πλευρά της ιστορίας. "Νομίζω πως ο Σαραμάγκου πείστηκε εξαιτίας της δέσμευσής μας στην ομάδα, της ακεραιότητας που διέκρινε σε μας και βάσει της οποίας δεν θα κάναμε συμβιβασμούς για την ταινία" λέει ο Μακέλαρ.

Εύλογο ήταν βέβαια να μην ακολουθήσουν οι παραγωγοί και ο σεναριογράφος σε όλα τα σημεία του βιβλίου τον Σαραμάγκου. Ο Μακέλαρ θυμάται: "Είχα την απορία γιατί η γυναίκα του γιατρού, ας πούμε, δεν αναλαμβάνει αμέσως ευθύνη από τη στιγμή που καταλαβαίνει ότι είναι η μόνη που έχει το προνόμιο της όρασης. Γιατί δεν ενήργησε πιο γρήγορα; Γιατί, ενώ έβλεπε αυτά που συνέβαιναν, δεν έπιασε ένα ψαλίδι και να αρχίσει να σκοτώνει; Ο συγγραφέας μου είπε ότι αυτή αρχίζει να αντιλαμβάνεται την ευθύνη της σταδιακά, πρώτα απέναντι στον εαυτό της, μετά απέναντι στον άντρα της, μετά στην οικογένειά της και έπειτα απέναντι στον κόσμο συνολικά, στον οποίο οφείλει να δημιουργήσει έναν νέο πολιτισμό. Συνειδητοποιεί τα πάντα μέσα από ενέργειες και τις συνθήκες. Ήταν κάτι που έπρεπε να γίνει έντονα αισθητό και στο φιλμ".

Ο Μακέλαρ και ο Φίτσμαν γνώριζαν ότι χρειάζονταν ένας σκηνοθέτης με δυνατή την αίσθηση της κλιμάκωσης, δημιουργικότητα και ειδικό ενδιαφέρον για το φάσμα της ανθρώπινης φύσης. Αυτό τους οδήγησε στον Φερνάντο Μεϊρέλες, ο οποίος δεν χρειάστηκε πολύ για να δεχθεί την πρόταση, μια και η ιστορία βρίσκεται στο επίκεντρο των πραγμάτων που τον αφορούν και τον ενδιαφέρουν. "Αυτή η ιστορία δεν έχει μόνο μια αλήθεια. Μπορεί κανείς να δώσει πολλές ερμηνείες στα θέματά της. Υπάρχουν πολλά ηθικά διλήμματα και ήθελα το φιλμ να πάει ακόμη πιο πέρα από το βιβλίο, όπου τα πράγματα είναι άσπρα και μαύρα. Στο φιλμ έχω βάλει και πολύ γκρι. Είναι μια ιστορία που θέτει πολλά ερωτήματα αλλά δεν δίνει απαντήσεις. Δημιουργεί προβληματισμούς για την ανθρώπινη εξέλιξη, προκαλεί αντιδράσεις αλλά δεν υποδεικνύει καμία κατεύθυνση. Ο καθένας πρέπει να επιλέξει τον προσωπικό του δρόμο ερμηνείας" λέει ο σκηνοθέτης.

Όσον αφορά το οπτικό αποτέλεσμα και την αισθητική της ταινίας, ο Μεϊρέλες επέλεξε το γκρι. Ήθελε να εκφράσει την απρόσμενη τύφλωση όπως καθορίζεται από τον συγγραφέα και τα σκοτεινά χρώματα του βιβλίου με την ομίχλη και τις σκιές. Είναι γνωστός, εξάλλου, για τη βιρτουζιτέ του στην αισθητική των ταινιών του. Η πρόκληση ήταν, πώς κινηματογραφείται μια ταινία που όλοι οι χαρακτήρες δεν έχουν όραση άρα και υποκειμενική οπτική γωνία; Για να αποδώσει αυτό, έκανε την επιλογή να αλλάζει οπτική γωνία καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας. Ξεκινά με το υποκειμενικό πλάνο του σκηνοθέτη και αφού ο θεατής τοποθετηθεί σε αυτόν τον κόσμο, στη συνέχεια οδηγεί η οπτική γωνία της Γυναίκας του Γιατρού, μετά του Άντρα με το Μαύρο Μάτι που αφηγείται ιστορίες σε αυτούς που βρίσκονται σε καραντίνα συνδέοντας τον έξω κόσμο με τον εσωτερικό τους κόσμο.

Όσον αφορά στους χώρους, τα πρώτα, εξωτερικά γυρίσματα έγιναν στο Σάο Πάουλο της Βραζιλίας, το οποίο είναι και η γενέτειρα του σκηνοθέτη, το δεύτερο μέρος στο άσυλο όπου φυλάσσονται όσοι βρίσκονται σε καραντίνα γυρίστηκε σε μια εν αχρηστία φυλακή του Καναδά και το τρίτο μέρος με το κατεστραμμένο τοπίο μιας μητρόπολης που αποσυντέθηκε, γυρίστηκε στο Σάο Πάουλο και το Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης.

Με τα λόγια των ηθοποιών
"Η γυναίκα του Γιατρού είναι ένας κοινός, φυσιολογικός άνθρωπος και νομίζω ότι αυτό είναι
από τα σπουδαία σημεία του βιβλίου. Αρχικά ενδιαφέρεται μόνο για τον άντρα της, αλλά αργότερα αντιλαμβάνεται τη διάσταση της ευθύνης που έχει. Νομίζω ότι ο Σαραμάγκου στο πρόσωπο αυτής προβάλλει την έννοια της ευθύνης. Θέτει το ερώτημα ποιοι είμαστε και πόση ευθύνη έχουμε ο ένας για τον άλλο και για τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Ήθελα εδώ και χρόνια να δουλέψω με τον Μεϊρέλες και από την στιγμή που έμαθα ότι γύριζε ταινία ήθελα να συμμετάσχω. Το πρώτο που μου ζήτησε ήταν να κόψω τα μαλλιά, αλλά όταν διάβασα το σενάριο πήγα ένα βήμα πιο πέρα. Τα έβαψα ξανθά και εμφανίστηκα στο σετ. Οι κοκκινομάλλες δεν είναι τόσο κοινές και ο χαρακτήρας αυτός είναι μια κοινή γυναίκα". (Τζούλιαν Μουρ, Γυναίκα του Γιατρού)

"Το καταπληκτικό με τον χαρακτήρα του γιατρού είναι ότι μέσα στην εξέλιξη της ιστορίας ανακαλύπτει ότι δεν είναι αυτός που πιστεύει, αλλά ούτε και η γυναίκα του είναι αυτή που πιστεύει. Το φοβερό είναι ότι αυτός ανακαλύπτει, υπό των συνθηκών, ότι η γυναίκα του είναι αυτή πράγματι που ήλπιζε ότι θα ήταν. Και αυτός είναι στην πραγματικότητα αυτό που πίστευε ότι ήταν η γυναίκα του. Αυτό είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο πράγμα να το συνειδητοποιήσει κάποιος, αφού ο κόσμος του γυρίζει ανάποδα". (Μαρκ Ράφαλο, Γιατρός)

"Η ιστορία μου άρεσε από τότε που πρωτοδιάβασα το βιβλίο. Μιλάει για την ανικανότητα των ανθρώπων να ζήσουν μαζί, για το τι συμβαίνει όταν οι άνθρωποι δεν βλέπουν ο ένας τον άλλο. Δημιουργείται μια κατάσταση που θέτει σε αμφισβήτηση όλες τις κοινωνικές και ηθικές δομές μιας κοινότητας, αλλά και τις αρχές που διδαχτήκαμε ως άνθρωποι. Όλα γίνονται χαοτικά και διεφθαρμένα. Αλλά ενέχει ελπίδα γιατί τελικά το μόνο που μπορεί να μας σώσει είναι ο ίδιος μας ο εαυτός. Ο ήρωας που παίζω είναι ένας πραγματιστής, ένας πρακτικός τύπος. Εμφανίζεται ψυχρός γιατί δεν είναι ιδεαλιστής, γιατί δεν βλέπει την ελπίδα. Ξέρει να επιβιώνει και το να πούμε πως είναι κακός αντιτίθεται, νομίζω, με το concept του βιβλίου. Επιλέγει πρακτικές λύσεις για τα προβλήματα που του ανακύπτουν και το ενδιαφέρον είναι ότι οι ενέργειές του σκοντάφτουν πάνω σε μια ένθερμη διαμάχη για το τι είναι ηθικό και τι όχι". (Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ, Ο «Βασιλιάς» της Πτέρυγας 3)

Επίσημη σελίδα της ταινίας: http://www.blindness-themovie.com/

Δεν υπάρχουν σχόλια: