Η Κιάρα Καλουντζή γεννήθηκε το 1980. Έχει τελειώσει
σκηνοθεσία στη Σχολή Κινηματογράφου και Τηλεόρασης Λυκούργου Σταυράκου και
τελειώνει το Τμήμα Σχεδίασης Προϊόντων και Συστημάτων του Πανεπιστημίου
Αιγαίου, στη Σύρο.
Γράφει παραμύθια και διηγήματα από μικρή. Το πρώτο της
βιβλίο εκδόθηκε το 2012 από τις Συμπαντικές Διαδρομές και έχει τον τίτλο
«Λουάνες». Διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί σε ανθολογίες και το ομώνυμο
περιοδικό του εκδοτικού οίκου.
Γνώρισα την Κιάρα διαδικτυακά από την κοινή συμμετοχή μας
στο φόρουμ επιστημονικής φαντασίας και φανταστικού (sff.gr). Είχα την τύχη,
όμως, να τη γνωρίσω καλύτερα όταν ανέλαβε την επιμέλεια του δικού μου βιβλίου
(«Ο γιος της μάγισσας») που εκδόθηκε από τις Συμπαντικές Διαδρομές το 2012. Με
την Κιάρα, μας ενώνουν επίσης και μερικά λίτρα ζιβανίας που καταναλώσαμε
ακούγοντας ρεμπέτικα, κατά την επίσκεψή της στη Λευκωσία.
Η Κιάρα Καλουντζή παραχώρησε αποκλειστική συνέντευξη στο
ιστολόγιο @Ανδρέας Καπανδρέου.
- Ένα από τα πρώτα
πράγματα που φαντάζομαι ότι σε ρωτά όποιος σε γνωρίσει και για το οποίο θα
απορούν και πολλοί αναγνώστες είναι σχετικά με το όνομα σου. Κιάρα είναι το
πραγματικό σου όνομα; Και από πού βγαίνει αυτό;
Ναι, είναι το πραγματικό μου όνομα, αν και όχι το βαφτιστικό
μου. Το σκέφτηκαν οι γονείς μου μαζί με την άτυπη νονά μου όταν ήμουνα ακόμα
στην κοιλιά της μητέρας μου. Είναι ιταλική λέξη και όνομα και σημαίνει «το
χρώμα του ουρανού όταν δεν έχει φεγγάρι». Ή απλά «ξαστεριά».
- Πώς προέκυψε η
συνεργασία σου με τις εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές;
Όταν γνώρισα τον Γιώργο Σωτήρχο οι ΣΔ ήτανε ακόμα πολύ νέες,
σχεδόν μια σκέψη μόνο ακόμα, ένα όμορφο όραμα, μια διαολεμένη διάθεση για
δουλειά. Πίστεψα σε αυτό που ήθελε να δημιουργήσει ο Γιώργος εξαρχής και
πιστεύω ακόμα. Τα υπόλοιπα ήρθανε μόνα τους.
- Τι είναι οι Λουάνες
και από πού είναι εμπνευσμένες;
Οι Λουάνες είναι τα φεγγάρια του ευρύτερου νησιωτικού κόσμου
στον οποίο κυρίως γράφω τις ιστορίες μου. Κάθε βράδυ ανατέλλουν εφτά φεγγάρια
με διαφορετικά χρώματα, τα οποία χαρίζουν ιδιαίτερες δυνάμεις σε κάποια από τα
θηλυκά παιδιά που γεννιούνται κάτω από το φως τους. Τις γυναίκες αυτές τις λένε
ταξιδεύτρες. Τα μάγια των φεγγαριών είναι στενά συνδεδεμένα με τον τρόπο με τον
οποίο δουλεύει ο κόσμος.
Αυτό που το λέμε έμπνευση
θεωρώ πως είναι ένα πολύ περίεργο πράγμα. Όλοι μας αφομοιώνουμε πράγματα από
κάθε εμπειρία που έχουμε στη ζωή μας, είτε αυτή προέρχεται από κάτι που ζήσαμε
οι ίδιοι είτε όχι. Η φαντασία μας αναπλάθει αυτά τα πράγματα και δημιουργεί
κάτι νέο.
Για να είμαι ειλικρινής, δε θυμάμαι ακριβώς τον τρόπο με τον
οποίο ξεκίνησα να γράφω για τα φεγγάρια, πέρα από το ότι ήθελα να μοιράσω τα
συστατικά που είχε ο νησιωτικός μου κόσμος σε δυνάμεις διακριτές μεταξύ τους.
- Με ποια Λουάνη
ταυτίζεσαι περισσότερο;
Με όλες επειδή ακριβώς είναι φτιαγμένες έτσι που να
περιγράφουν πτυχές μίας ανθρώπινης προσωπικότητας, διογκωμένες. Και οι εφτά
σελήνες δίνουν στις ταξιδεύτρες τους δυνάμεις που έχουμε όλοι μας. Άλλες
υπερισχύουν, ενώ άλλες βρίσκονται σε λανθάνουσα κατάσταση. Σε διαφορετικές
περιόδους της ζωής μου ταυτίζομαι με διαφορετικές ταξιδεύτρες. Αυτές που
επιστρέφουν ολοένα και περισσότερο είναι η γαλανή και η μπλε. Η γαλανή Κουίντια
γιατί επάνω της έχει στοιβαγμένη μια από τις μεγαλύτερες επιθυμίες μου στη ζωή
και η μπλε Σέξτια γιατί είναι ελεύθερη όσο και η θάλασσα.
- Τι είναι αυτό που σε
γοητεύει στη λογοτεχνία του φανταστικού;
Με γοητεύει η γεύση και η οσμή της, ο τρόπος που μπορεί
ελεύθερα να σου μιλήσει για τα όρια του ανθρώπου και της κοινωνίας του χωρίς να
περιορίζεται στα μικρά κουτάκια όπου και ζούμε την καθημερινότητά μας. Με
γοητεύει ό,τι ακριβώς και στη λογοτεχνία γενικότερα, κι ακόμα λίγο παραπάνω για
τα πιο ιδιαίτερα ταξίδια που μπορεί να σε πάει το φανταστικό.
- Ποια είναι η άποψή
σου για την ελληνική παραγωγή της λογοτεχνίας του φανταστικού;
Δεν βρίσκω πως η Ελλάδα έχει να ζηλέψει και πολλά πράγματα
από το εξωτερικό. Τουλάχιστον όχι στα θέματα που αφορούν καθαρά τον τρόπο
γραφής. Στα θέματα παραγωγής είμαστε ακόμα σαν χώρα πιο κοντά στον Γουτεμβέργιο
παρά στο ευρωπαϊκό 2014, αλλά καθαρά από πλευράς κειμένων θεωρώ πως η Ελλάδα
είναι έτοιμη να μετρηθεί με την Ευρώπη και την Αμερική, πράγμα που
αποδεικνύεται σχεδόν κάθε φορά που ένα διήγημα του φανταστικού βρίσκεται να
συμμετέχει σε κάποιον διεθνή διαγωνισμό.
- Όταν σκέφτομαι τα
γραπτά σου φέρνω στο νου μου ξόρκια, νερά, ηλιόλουστα μεσημέρια και πολύχρωμες
νύχτες. Έχεις σκεφτεί να γράψεις και κάποιο άλλο είδος λογοτεχνίας;
Γράφω παραμύθια από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, γράφω
ιστορίες τρόμου –αν και τελευταία το έχω λίγο εγκαταλείψει το είδος, ποτέ δε
μπορεί να είναι κανείς σίγουρος ότι τελείωσε με τον τρόμο– έχω γράψει
πραγματικά λίγες ιστορίες επιστημονικής φαντασίας και διάφορα άλλα πράγματα που
–ανήκουν ή και όχι– στον χώρο του φανταστικού. Η αλήθεια είναι ότι, εκδοτικά
τουλάχιστον, δεν σκέφτομαι να εγκαταλείψω ακόμα τον νησιωτικό fantasy κόσμο
στον οποίο διαδραματίζονται οι ιστορίες που υπάρχουν στις «Λουάνες». Έχω πάρα
πολλά πράγματα που θέλω να παρουσιάσω ακόμα για αυτόν, τόσα που τα φεγγάρια του
μοιάζουν να είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου – όπως πολύ όμορφα το
χαρακτήρισε η συγγραφέας Βάσω Χρήστου σε μία από τις παρουσιάσεις του βιβλίου
την οποία διοργάνωσε η ΑΛΕΦ.
- Πιστεύεις στ’ αλήθεια
ότι υπάρχει μαγεία;
[Γέλια] Ναι, πιστεύω πως υπάρχει. Παντού, σε καθετί που
φτιάχνουμε, σε καθετί που ζούμε και κυρίως σε αυτά που ονειρευόμαστε. Η ίδια η
ζωή μας είναι φτιαγμένη από ξόρκια, οι σχέσεις μας με τους ανθρώπους, η
εμπιστοσύνη, οι μυρωδιές, τα πάντα. Επίσης, ο Άρθρουρ Κλαρκ είχε πει κάποτε ότι
«Κάθε προηγμένη τεχνολογία δεν ξεχωρίζει από τη μαγεία» και εμείς είμαστε από
τους τυχερούς που βλέπουμε ήδη τι μπορεί να σημαίνει αυτό.
- Πες μου τον τίτλο
ενός βιβλίου που «ζήλεψες» επειδή δεν το έχεις γράψει εσύ.
Ζήλεψα την «Μπαλάντα του Πανδοχέα», του Peter S. Beagle. Ακόμα περισσότερο από το ίδιο το
βιβλίο, ζηλεύω τον νεότερο εαυτό μου που δεν το είχε διαβάσει ακόμα.
- Γράφεις κάτι
καινούργιο αυτή τη περίοδο;
Πάντα γράφω κι από κάτι, αν και συνήθως όχι οργανωμένα και
με σύστημα. Τελευταία κυρίως διορθώνω –δηλαδή ξαναγράφω– τις ιστορίες που θα
βρίσκονται μέσα στο νέο μου βιβλίο.
- Είσαι ένας από τους
διοργανωτές των εκδηλώσεων «Όψεις του φανταστικού». Ποια είναι η άποψή σου για
το θεσμό αυτό που φαίνεται να έχει καθιερωθεί;
Οι Όψεις του Φανταστικού, εκτός από εκδηλώσεις για την
παρουσίαση των νέων βιβλίων των εκδόσεων, είναι και ένας τρόπος για να
μαζεύεται –στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, τουλάχιστον πέντε φορές
τον χρόνο– ο κύκλος των συγγραφέων που συμμετέχουν ενεργά με προσωπικά βιβλία ή
διηγήματα σε ανθολογίες, μαζί με τους συγγενείς και φίλους τους, να γνωρίζονται
μεταξύ τους και να παρουσιάζουν τη δουλειά τους. Για μένα είναι περισσότερο μια
γιορτή για το βιβλίο που οφείλαμε να καθιερώσουμε. Για τον εκδότη, Γιώργο
Σωτήρχο, ήτανε το επακόλουθο ενός ονείρου που καταφέρνει και το πραγματοποιεί:
να δίνει φωνή σε όσους περισσότερους Έλληνες συγγραφείς είναι δυνατό και να
τους φέρνει σε επαφή.
- Κιάρα, ευχαριστώ για τον χρόνο που μας αφιέρωσες.
Μπορείς να κλείσεις αυτή τη συνέντευξη με ένα δικό σου μήνυμα.
Σε ευχαριστώ πολύ κι εγώ με τη σειρά μου, Ανδρέα, για τον
χρόνο σου, ο οποίος δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αποτελεί τη ζωή μας και τίποτα
πιο σημαντικό δεν έχουμε να δώσουμε. Δεν είναι χρήμα ο χρόνος, όπως λέει το παλιό
τσιτάτο, είναι ζωή· και είναι καλό να προσέχουμε πού τη σπαταλούμε.
Διαβάστε επίσης:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου