Συμεών Βάλας / Μιχάλης Παπαντωνόπουλος. Αθήνα: Μελάνι, 2010.
Οι στίχοι του Συμεών Βάλα αποτελούν
ένα γρίφο τον οποίο ο αναγνώστης καλείται να λύσει.
Ομολογώ ότι σε αυτή μου την
προσπάθεια επιχείρησα να ξαναδιαβάσω το ποίημα και αντισυμβατικά (μη-γραμμικά).
Άλλωστε, το ποίημα είναι
πάντα η φωνή του ποιήματος και η φωνή του Συμεών Βάλα είναι ο ίδιος ο Συμεών
Βάλας. Άρνηση ή πίστη, η φωνή του εν λόγω ποιήματος φέρνει τα βήματα του
αναγνώστη μπροστά στο άγνωστο πρόσωπο ενός νέου άντρα.
Και τότε, ανεβαίνει μέσα
του -σαν δράμα- το παρακάτω ερώτημα: Ποιος είναι, τελικά, ο Συμεών Βάλας;
[απόσπασμα από το βιβλίο]
[Αδύτου μηνός. Νύκτα
πρώτη.] Ότι αγρυπνούσα ύπνο ερπετό τον πυρετό οφθαλμό κι' επάνω μου κρεμότανε σπαθί
γυμνό στην αιχμηρή του ακινησία. Κι' αίφνης ο λόγος κραύγασε στήθος ανάσες στη
φωνή μου: "Και αν αίμα• και αν όψη•και αν μένος που υπέφερα άνανθο ξύλο
τον τροχό κατά τη δαίμονα φορά του, θυμήσου: Αυτός εκδικεί• Αυτός αξιώνει•
Αυτός επιβάλλει μια νέα δυναστεία των παθών• σκυφτή, ασάλευτη μορφή, μέσα στην
ύστατη παντοδυναμία της, διατάζει: ''Έξω, ο λαός σφαδάζει με γλώσσα ικετήρια
την πόλη• αφήστε τον να πεθάνει, αφήστε τον να πεθάνει''.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου